ΤΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ ΤΗΣ «ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΚΡΗΞΗΣ»

ΣΥΝΕΧΕΙΑ

 
minispacer

 

Την ανεπάρκεια της περιορισμένης σχετικότητας -ακριβώς λόγω του περιορισμού της στις ευθύγραμμες σταθερές κινήσεις- διαπίστωσε πολύ εύστοχα και ο ίδιος ο Αϊνστάιν, όταν μέσα στην επιστημονικά αφηρημένη έννοιά του για τα πράγματα πρόσθεσε τις μεταβαλλόμενες κινήσεις και την ενότητα των φαινομένων, που αντιλαμ­βανόμαστε σαν χώρο και ενεργητική σαν βαρύτητα. Η βαρύτητα επηρεάζει την ευθύγραμμη κίνηση των πραγμάτων και την ομαλή τους ταχύτητα και πουθενά δεν λείπει στον πραγματικό κόσμο. Επομένως, τι νόημα έχει να διατυπώνονται νόμοι για κινήσεις οι οποίες είναι ευθύγραμμες και ομαλές μόνο στη θεωρία; Γι’ αυτό, ο Αϊνστάιν με τη συνέπεια του επιστήμονα και μαζί με τη φιλοσοφική καχυποψία του προχώρησε ένα άλμα πιο πέρα και διατύπωσε τη " Γενική Θεωρία της Σχετικότητας " εξίσου επαναστατική και εκπληκτική. Εκεί, η ελκτικότητα έπαψε να περιγράφεται με τους όρους της Νευτώνειας φυσικής, σαν μία δράση εξ αποστάσεως, που εξασκείται από τα πράγματα ταυτόχρονα επάνω στα άλλα. Αφού η βαρύτητα “απλώνεται” παντού, θεωρήθηκε σαν ιδιότητα που έχει ο χώρος (και ο χρόνος) λόγω της καμπυλότητάς του και της τοπικής παραμόρφωσής του από τα υλικά πράγματα. Ο Αϊνστάιν (Einstein) από μία άμεση και φιλοσοφική αντίληψή του για την ενότητα, την ομοιοτροπία και την κανονικότητα της ευρύτερης πραγματικότητας προέβλεψε και υποστήριξε την πεπερασμένη (χωρίς σταθερά όρια) και σφαιροειδή μορφή του χώρου. Από τις εξισώσεις της θεωρίας της γενικής σχετικότητας προέκυπτε ένας υλικός κόσμος σε κίνηση και όχι στατικός. Όπως είναι γνωστό, ο ίδιος προσπάθησε ν’ αποφύγει αυτή τη συνέπεια της θεωρίας του με την εισαγωγή μίας κοσμολογικής σταθεράς, την οποία μετά την απέρριψε σαν ένα μεγάλο λάθος του.

Η αστρονομική ανακάλυψη της ερυθράς μετάλλαξης του φωτός (της ελάττωσης της συχνότητάς του, redshift), που έρχεται από τους μακρινούς γαλαξίες και η εκπληκτική παρατήρηση από τον Έντουιν Χαμπλ (Edwin P. Hubble 1889-1953), ότι η μετάλλαξη είναι τόσο περισσότερη όσο πιο μακρινούς γαλαξίες παρατηρούμε, “πυροδότησε” τη θεωρία για την ομοιότροπη απομάκρυνση ανάμεσα στα υποσύνολα των γαλαξιακών μαζών του Σύμπαντος, εξ αιτίας της διαστολής του χώρου, που κατά τη λογική τους έπρεπε να έχει ξεκινήσει από ένα αρχικό σημείο. Αυτή η ερμηνεία με παρεξηγημένο το φαινόμενο Doppler δεν ήταν αντίθετη στους υπολογισμούς της θεωρίας της γενικής σχετικότητας. Οι μετέπειτα αστροφυσικές ανακαλύψεις (ιδιαίτερα η ανίχνευση της προ­βλεπόμενης μικροκυματικής ακτινοβολίας υποβάθρου CMB, το 1964 από τους A. Penzias και R. Wilson) ενίσχυσαν την αντίληψη μίας συνολικής εξέλιξης του Σύμπαντος. Ωστόσο, τα αναπάντητα ερωτήματα και ορισμένες νεότερες παρατηρήσεις, που δεν εξηγούνται από την αρχική θεωρία του Big Bang, οδήγησαν σε διάφορες παραλλαγές της θεωρίας της Μεγάλης Έκρηξης.

 

 

Το αρχικό μοντέλο της Μεγάλης Έκρηξης άφησε αναπάντητες απορίες και εκκρεμή προβλήματα, τα κυριότερα από τα οποία είναι τα εξής:

 

• Το Σύμπαν φαίνεται το ίδιο στις αντίθετες πλευρές του ουρανού. Άρχισαν να διαστέλ­λονται όλα ταυτόχρονα; Εάν ναι, τότε πώς μπόρεσαν όλα τα διαφορετικά μέρη του σύμ­παντος να συγχρονίσουν το ξεκίνημα της διαστολής τους και να εξελίσσονται σε κάθε κατεύθυνση έτσι όπως χρειάζεται, ώστε να αποτελούν ενιαίο σύνολο μαζί με τις εξελίξεις του προς τις άλλες κατευθύνσεις; Αυτό το ονομάζουν "πρόβλημα του ορίζοντα".

• Τι υπήρχε πριν από τη στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης, η οποία συμπίπτει με αρχή του χρόνου και του χώρου, και έχει νόημα ένα τέτοιο ερώτημα; Υπήρχαν προηγουμένως οι νόμοι που ρυθμίζουν τις εξελίξεις του Σύμπαντος ή οι νόμοι αποκτήθηκαν μετά;

• Παρατηρώντας το Σύμπαν σε τεράστιες αποστάσεις και σε παρελθόντα χρόνο μερικών δισεκατομ­μυρίων ετών, το Σύμπαν φαίνεται να λειτουργεί και να σχηματίζεται με τους ίδιους νόμους και η ύλη να μοιράζεται ομοιόμορφα, όπως προβλέπεται με τη λογική της διαστολής του χώρου. Όμως σε τοπικές διαστάσεις δεν λείπουν οι σημαντικές αποκλίσεις, οι ιδιαιτε­ρότητες και οι διαδικασίες που δημιουργούν νέες δομές.

• Μελετώντας τις κινήσεις των Γαλαξιών, προκύπτει ότι η παρατηρούμενη μάζα του Σύμπαντος είναι πολλές φορές μικρότερη από αυτή που υπολογίζουμε ότι χρειάζεται για να διατηρούν οι Γαλαξίες τη δομή τους. Αυτό είναι γνωστό σαν πρόβλημα της μάζας που λείπει ή της αθέατης ύλης.

• Το Σύμπαν εμφανίζεται επίπεδο, παρά την έκταση που το παρατηρούμε, ενώ θεωρητικά ο χώρος θα μπορούσε να είναι κυρτός σε πολύ μικρή απόσταση. Οι προβλέψεις και οι θεωρητικοί υπολογισμοί απέχουν αρκετά από τις παρατηρήσεις.

• Οι φυσικές σταθερές εμφανίζονται ακριβώς με την αριθμητική τιμή που χρειάζεται για να είναι ο κόσμος αυτός που ζούμε, ενώ με την ελάχιστη απόκλιση δεν θα υπήρχαν τα περιθώρια να εμφανιστεί η ζωή. Με τέτοιες ανεξήγητες φυσικές σταθερές και με δεδομένο ότι ζούμε σε έναν τετρα­διάστατο κόσμο, αναγκάζονται στα θεωρητικά μοντέλα να εισάγουν περισ­σότερες διαστάσεις και φαινόμενα που δεν μπορούμε να παρατηρήσουμε.

• Ενώ η θεωρία προβλέπει την ύπαρξη των λεγόμενων μαγνητικών μονοπόλων, ακόμα δεν έχει παρατηρηθεί κανένα.

• Από τις νεότερες παρατηρήσεις και υπολογισμούς, προέκυψε, ότι η αποκαλούμενη Διαστολή του Σύμπαντος είναι επιταχυνόμενη και όχι επι­βραδυνό­μενη, όπως αναμενόταν σαν πιο συνεπές.

• Ο ρόλος της βαρύτητας και η σχέση της με τις υπόλοιπες φυσικές δυνάμεις (ιδιαίτερα με την πυρηνική και την ηλεκτρο­μαγνητική) που καθορίζουν την τύχη και τη δομή της ύλης παντού μέσα στο Σύμπαν, παραμένει σκοτεινός.

 

Εάν το χωρο-χρονικό Σύμπαν είχε δημιουργηθεί από την προγενέστερη έκρηξη μίας αρχικής πυκνότητας ενέργειας, τότε θα έπρεπε στην πορεία της χωρο-χρονικής του εξέλιξης να μεταβάλλο­νται σημαντικά όλες οι παγκόσμιες σταθερές της φυσικής και τα χαρακτηριστικά στα υποατομικά σωματίδια. Θα έπρεπε, παρατηρώντας το Σύμπαν στο βάθος του χώρου να το βρί­σκουμε αρκετά διαφορετικό, με διαφορετική ύλη από αυτή που περιέχει ο πλησιέστερος κόσμος μας. Το Σύμπαν (στο σύνολό του) δεν ξεκίνησε από κάποια Μεγάλη Έκρηξη, αντιθέτως υπήρχε ανέκαθεν και ήταν το ίδιο! Ο σχετικός χρόνος δεν αποκλείει να υπάρχει ένας κοινός. Παρόμοια, όπως οι διαφορετικές απόψεις ενός πράγματος δεν προέρχονται κατ’ ανάγκην από τη δική του αστάθεια και δεν αποκλείουν την περίπτωση, το πράγμα αυτό να είναι συγχρόνως με πολλούς τρόπους και με όλες τις διαφορετικές απόψεις, που εμείς προσέχουμε σε διαφορετικές στιγμές, από διαφορετικές θέσεις και με διάφο­ρους τρόπους. Να ο κοινός χρόνος: εισάγεται από τον ισότροπο και παγκόσμιο χώρο.

 

space

 

Τελικά έχει ή δεν έχει μια αρχή στο χρόνο το Σύμπαν; Σε αυτό έχουμε απαντήσει καθαρά ότι το Σύμπαν σαν σύνολο υπήρχε ανέκαθεν και με την ίδια ποιότητα. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία γι’ αυτό. Όμως δε λείπουν οι μικρότερες στιγμές της ύπαρξής του και γίνεται ταυτοχρόνως σε πολλές μικρότερες στιγμές σαν έμμεσο. Δεν λείπουν ποτέ όλες μαζί, όπως δεν του λείπει ποτέ η ποιότητα ή η μορφή.

 

Ένα Σύμπαν «άπειρα μικρό», με «μηδενικές διαστάσεις», με «άπειρη θερμοκρασία, πίεση και πυκνότητα», με κάποιον ανεξήγητο τρόπο δημιουργείται από μια συμπυκνωμένη ποσότητα ενέργειας. Από το τίποτε αρχίζει να υπάρχει ο χρόνος και ο χώρος και να δημιουργείται ποιότητα και μορφή από τυχαίες και ανεξήγητες ποσοτικές αλλη­λεπιδράσεις. Αυτή είναι η πασίγνωστη κοσμο­λογική θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης. Διατυπωμένη με μαθηματικά, αλλά με τη στενόμυαλη περιφρόνηση προς τη φιλοσοφική εμπειρία και προς τη λογική και ωστόσο με αφηρημένες έννοιες, τις οποίες χρησιμο­ποιούν με υπερβολική άνεση για να υπερβούν την προσγειωμένη εμπειρία τους. Στον επιστημονικό χώρο της φυσικής επέλεξαν να αποδεχτούν, να ανεχθούν και να προβάλλουν σαν μεγάλο επίτευγμα το μεγαλύτερο παραλογισμό όλων των εποχών. Στις φιλοσοφικές θεωρίες του J. Fichte και του Berkeley μπορούμε να βρούμε πιο λογικές και πιο έξυπνες σκέψεις για την απόρριψη της υλικής πραγματικότητας.

Από την άλλη, έχουμε μια θεωρία διατυπωμένη με τις πιο κοινές έννοιες του κόσμου και εδώ χωρίς αριθμητικές σχέσεις. Εξηγεί και συμπεραίνει ένα μεγάλο αριθμό φαινομένων και τι σύμπτωση, μπορεί να τα περιγράφει με λίγες και τις ίδιες λέξεις! Χωρίς να μεταθέσει το πρόβλημα στο άπειρο, σε αποκομμένους κόσμους ή στην προσωπική επιθυμία ξεκινάει από τη λογική αρχή ενός Σύμπαντος αυτοτελούς, το οποίο προ­ϋπήρχε ανέκαθεν με μια σταθερή ποιότητα και όχι από το μηδέν ούτε μόνο σαν ποσότητα. Συνταυτίζει το Σύμπαν με το (τελειωμένο) χρόνο και προκύπτει το πρόβλημα της συνύπαρξης του ταυτόχρονου με το ετερόχρονο, της σταθερότητας με την αλλαγή και της ύπαρξης της ενέργειας. Από την πιο πέρα λογική ανάλυση, προκύπτει μόνιμη αλληλεπί­δραση μεταξύ του κενού χώρου και του παρόντος υλικού σύμπαντος, σε μικρο­σκοπικές διαστάσεις. Ποιο πρόβλημα είναι πιο λογικό και πιο πιθανό να επιλυθεί εύστοχα; Ποιο έχει διατυπωθεί πιο σωστά και πιο αξιόπιστα; Ακόμα και αν αγνοούσαμε τη σωστή φυσική ερμηνεία, η περίπτωση της δημιουργίας όλου του κόσμου και του χώρου από έναν άλλο τελείως διαφορετικό κόσμο ή από κάποιο Θεό φαίνεται πιο δυσεπίλυτο πρόβλημα για την επιστήμη.

 


 

Εάν -μετά από όσα έχουμε πει για το σχετικό ξεκίνημα του ταυτόχρονου Σύμπαντος μέσω των υλικών φορέων- κάποιος ενημερωμένος θυμηθεί πώς περιγράφουν οι αστροφυσικοί την εξέλιξη του Σύμπαντος από μία αρχική Μεγάλη Έκρηξη είναι εύκολο να υποψιαστεί σε ποια παγίδα έχουν πέσει, ώστε να φθάνουν στον πιο μεγάλο παραλογισμό! Στην (ελάχιστη) αρχική χρονική στιγμή θέλουν να υπάρχει όλο το Σύμπαν, ενώ δεν μπορεί παρά να υπάρχει το λιγότερο δυνατό από το ταυτόχρονο Σύμπαν, το ελάχιστο πράγμα! Πριν από τη στιγμή της “Μεγάλης Έκρηξης” υπάρχει όλο το Σύμπαν χωρίς κανένα ξεκίνημα. Δηλαδή το Σύμπαν είναι ταυτόχρονο, ακίνητο και παγωμένο, όπως είναι θεωρητικά στο μέγιστο συνολικό χρόνο. Όμως, σχετικά προς τα υλικά πράγματα υπάρχει σαν πεπερασμένος χώρος με τα όρια μίας μέγιστης και μίας ελάχι­στης απόστασης. Ο κενός χώρος είναι το Σύμπαν που αναζητούν πριν από τη στιγμή του Big Bang. Αυτό το οποίο συμβαίνει στην αρχική στιγμή της φυσικο­μαθηματικής θεωρίας της Μεγάλης Έκρηξης, είναι αυτό που συμβαίνει διαρκώς στη αναδη­μιουργία της ύλης από τη σχετική (δυναμική) ενέργεια του πεπερασμένου χώρου. Η ύλη διαρκώς δη­μιουργείται σε μικρο­σκοπικές διαστάσεις από την ενέργεια του πεπερασμένου χώρου και από το Σύμπαν το οποίο λείπει σχετικά από τον υλικό κόσμο μας (από ηλεκτρο­μαγνητικά φαινόμενα με τις πιο υψηλές συχνότητες, που φθάνουν στα 1042 Hz). Στην πραγματικότητα, αυτό που μετρούν για ηλικία του Σύμπαντος, είναι ο χρόνος που χρειάζεται για να διανυθεί η μέγιστη απόσταση του πεπερασμένου χώρου, με τη μέγιστη ταχύτητα και η περίοδος στην οποία όλες οι απώλειες της ενέργειας (που παρουσιάζο­νται σαν υλικά σωμάτια) έχουν αναπληρωθεί. Το Σύμπαν ανέκαθεν ήταν ολοκληρωμένο και με την ίδια συνολική ενέργεια (Ε/Τ=P).

Ο υλικός κόσμος δεν είναι το αποτέ­λεσμα μίας προηγούμενης διαδικασίας, η οποία πραγματο­ποιήθηκε στο παρελθόν και τώρα συνεχίζεται χωρίς εκείνες τις αρχικές συνθήκες. Ο υλικός κόσμος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ταυτόχρονη σύνδεση του με το Σύμπαν που ισχυρί­ζονται ότι προηγήθηκε. Το ολοκληρωμένο Σύμπαν είναι πάντοτε παρών και σχετικά απών με την παρουσία του κενού χώρου και η ύλη αποτελεί ταλαντώσεις της ενέρ­γειάς του! Πάντα θα υπάρχει και θα ανα­δημιουργείται ο υλικός κόσμος και πάντα θα "ρέει" κυματικά η ενέργεια του χώρου προς τη δομή της ύλης (με την πιο υψηλή συχνότητα και στον ελάχιστο χρόνο), στον “αγώνα” της να αναπληρώσει τα σημεία που η ενέργεια είναι ελαττωμένη (για να μπορεί να υπάρχει ροή και μεταβίβαση ενέργειας). Αλλιώς τι νόημα θα είχε η ενέργεια χωρίς μεταβίβαση και η μεταβίβαση χωρίς ελάττωση της ενέργειας! Πάντα θα παρα­τηρείται το φαινόμενο της ερυθράς μετατόπισης στη συχνότητα του φωτός που έρχεται από την καμπυλωμένη απόσταση ενός πεπερασμένου χώρου. Η ενέργεια που αποκεν­τρώνεται από την ύλη με τη μορ­φή ηλεκτρο­μαγνητικών κυμάτων αντισταθμίζεται σχεδόν από την ενέργεια που συγκεντρώνεται με τη μορφή βαρυ­τικών κυμάτων. Αυτή είναι η διαστολή και η συστολή που λανθασμένα και ανόητα σκέφτηκαν οι σύγ­χρονοι φυσικοί για το σύνολο του κόσμου! Η αντιστάθμιση της ενέργειας δεν είναι ποτέ πλήρης ή ταυτόχρονη και έτσι διατηρείται η ύλη. Ο πεπερασμένος χώρος με τη δυναμική ενέργειά του αποτελεί σταθερά το κέντρο της δημιουργίας και της διατήρησης όλων των υλικών πραγμά­των.

Μετά από την τελευταία αποσαφήνιση με τους όρους της φυσικής, μάλλον θα πρέπει να λάβουν πιο σοβαρά τις παρακάτω θεωρητικές παρατηρήσεις, οι οποίες προέκυψαν (πριν από πολλά χρόνια) με θεωρητική σκέψη από τις πιο γενικές έννοιες και να γίνουν επιτέλους κατανοητές.

 

" Σε καμιά χρονική στιγμή δε λείπει ο χώρος και η υλική πραγματικότητα, η οποία αναλογεί σε στιγμές ελάττωσης της ενέργειάς του. Το ίδιο, η έλλειψη στην ενέργεια του χώρου δεν άρχισε σε κάποια χρονική στιγμή και ποτέ δεν αντι­σταθμίζεται στο σύνολό της σ183

Δεν υπάρχει χρόνος, Σύμπαν και χώρος χωρίς την ύλη, δηλαδή ένα Σύμπαν μόνο άμεσα, χωρίς ποιότητα, με άλλα λόγια μια συνολική στιγμή χωρίς τις μικρότερες στιγμές, όπως δεν υπάρχουν πρωταρχικά στοιχεία που συνθέτουν εξωτερικά όλο το Σύμπαν. Γι' αυτό με την εμπειρική ορολογία το Σύμπαν είναι η συνολική ενέργεια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει έλλειψη ενέργειας. Ακριβώς αυτή η σχετική έλλειψή της είναι που ορίζει το νόημά της και την κάνει ταυτόσημη με το χρόνο, δηλαδή με την αλλαγή και την επίδραση. Η συνολική ενέργεια είναι ο χώρος και αντισταθμίζει τις ελλείψεις της, που είναι ο υλικός κόσμος. σ188

οι διαφορές της ουσίας, η ύλη είναι στιγμές μεταφοράς ενέργειας, στιγμές που αρχίζει και τελειώνει η ροή της, δηλαδή στιγμές ελάττωσης και αντιστάθμι­σης. σ188

Η συνολική και ταυτόχρονη ενέργεια που αναλογεί στο χώρο είναι σταθερή και περιορισμένη, ενώ σε καμιά χρονική στιγμή δε λείπει η υλική πραγ­ματικότητα, που αναλογεί σε μικρότερες στιγ­μές ελάττωσής της. Γι' αυτό και η επίδραση της συνολικής ταυτό­χρονης ενέργειας του χώρου είναι περιορισμένης δυνατότητας και σταθερή και δεν μπορεί ν' αντισταθμίσει ή να εξουδετερώσει το σύνολο της υλικής πραγματικότητας. Όπως η αμεσότητα και η ενότητα του Σύμπαντος δεν είναι απεριόριστη και χωρίς τις σχε­τικές διαφορές, το ίδιο η παγκόσμια έλξη-ενότητα δεν είναι απε­ριόριστη και δεν έχει νόημα χωρίς τα όρια και τις ελλείψεις της. Απεριόριστη έλξη ή ενότητα θα σήμαινε έλλειψη της εμμεσότη­τας, έλλειψη χρονικής διαφοράς και απόστασης, έλλειψη ενερ­γειακής ροής, δηλαδή μόνο αμεσότητα, συνολικό χρόνο χωρίς μικρότερες στιγμές. σ189

Ο χώρος είναι το τελειωμένο χρονικό όριο, στο οποίο είναι το Σύμπαν ταυτοχρόνως ως προς τα υλικά-έμμεσα πράγματα. Η κοινή ενέργειά του υπάρχει σαν μια ροή προς εκείνα, την οποία αντι­λαμ­βανόμαστε σαν βαρύτητα ή σαν έλξη ανάμεσά τους ". σ190

ISBN  960-385-019-5 ©2000

 

 

minispacer

 

 

Η ύλη και τα συστατικά της στο σύνολό τους δεν ξεκίνησαν να υπάρχουν και ποτέ δεν υπήρξε μία πραγματικότητα χωρίς την ύλη*. Αυτή η διαπίστωση της Θεωρίας του Τελειωμένου Χρόνου μας καθοδηγεί για να αναζητήσουμε διαφορετική λύση για τον τρόπο της δημιουργίας και της διατήρησης του Σύμπαντος. Αναμφίβολα, είναι αδιέξοδο να απορούμε πώς δημιουργήθηκε το σύνολο του υλικού κόσμου. Το μεγάλο λάθος στην εξέλιξη της φυσικής επιστήμης αναφαίνεται καθαρότερα από ποτέ και διατυπώνεται πολύ απλά με φιλοσοφική προσέγγιση: Προσπαθούν να εξηγήσουν και να δημιουργήσουν θεωρητικά τα ουσιώδη γνωρίσματα του Σύμπαντος και αυτό το ίδιο από το καθαρό μηδέν. Ξεκινούνε από την ελάχιστη πραγματικότητα που αποτελεί η ύλη, αφαιρούν όλη τη πραγματικότητα που είναι το Σύμπαν και μετά προσπαθούν να φτιάξουν το Σύμπαν από την αρχική ύλη, δηλαδή από το σχεδόν τίποτα μίας ποσότητας σωματιδίων που θα υπήρχε πιο τυχαία από τα μόρια της σκόνης. Ενώ αντιθέτως, θα έπρεπε να αρχίσουν από το τελειωμένο σύνολο, από το κοινό προϋπάρχον, από το ολοκληρωμένο Σύμπαν στο συνολικό κοινό Χρόνο, για να εξηγήσουν πώς προκαλούνται οι μεταβολές και τα ίδια τα πράγματα σαν ξεχωριστά μέρη μέσα στο χρόνο, από το σχετικό μηδέν (του κενού χώρου). Πώς από την αρχική ενότητα και αμεσότητα του συνόλου και από μία κοινή ουσία προκύπτει και διατηρείται η εξωτερική πραγματικότητα, με την πολλαπλότητα και τη χρονική διαφορά της. Μάλλον, πώς συνυπάρχουν αυτά τα δύο μαζί. Η φιλοσοφική σχέση της πολλαπλότητας με την ενότητα με τους όρους της φυσικής εκφράζεται από τη σχέση του ισότροπου χώρου με τις διακυμάνσεις εκείνες που ανήκουν στον κόσμο των υλικών σωματιδίων.

 

 

* Κοιτάξτε και στις σελίδες "Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΣ"