«Το πρόβλημα να γνωρίσουμε αν υπάρχει Θεός, τι είναι η ζωή και αν η ζωή τελειώνει θα ήταν οριστικά άλυτο και άσκοπο να το θέτουμε, αν ο Θεός και η αρχή της ζωής ήταν έξω από την πραγματικότητα, μέρος της οποίας είμαστε, αντιλαμβανόμαστε και γνωρίζουμε σαν μέρη ή αν η πραγματικότητα ήταν
κάτι απροσδιόριστο.
σ 315 (…) Όμως, το ζήτημα για την ύπαρξη του Θεού είναι άμεσα συνδεδεμένο με το ζήτημα για την αρχή της ζωής (δηλ. η συνολική αμεσότητα με την αμεσότητα σαν μέρος στο χρόνο). Η εμβιότητα σαν έμμεσο αποτέλεσμα ενός υλικού συνδυασμού θα παρέμενε ανεξήγητη, όπως και η έλλειψη εμβιότητας πριν από το συνδυασμό των ουσιών. Η έννοια της
αμεσότητας θα ήταν αποκομμένη από αυτήν της εμβιότητας.
σ 237 (…)
Με την πιο αφηρημένη έννοιά της η διανοητική δραστηριότητα και η εμβιότητα είναι αμεσότητα, εσωτερικότητα, σταθερότητα στους τρόπους αλληλοεπηρεασμού ή ταυτόχρονος αυτοπροσδιορισμός.
σ 242 (…)
Τα ερωτήματα: Γιατί αρχίζει η ζωή; Ποια η σχέση της με την ύλη; Τι είναι η ύλη και τι η ζωή; Έχει αρχή δημιουργίας το σύνολο της ύλης; Υπάρχει Θεός και ποια η σχέση του με τη ζωή και με τον υλικό κόσμο; Αυτά τα βασικά ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν και να εξηγηθούν με συνέπεια σαν
άσχετα το ένα από το άλλο. Αυτό μπορεί να το ισχυριστεί οποιοσδήποτε με απλές φιλοσοφικές απόψεις. Εκ των υστέρων, μετά τη διατύπωση της Θεωρίας του Τελειωμένου Χρόνου και από τις συνέπειές της προκύπτει με βεβαιότητα, ότι οι απαντήσεις αυτές θα είναι πακέτο στο στόμα ενός επιστήμονα και όχι μόνο σε γραφικούς φιλόσοφους.
Ο αποπροσανατολισμός και ο διχασμός της φιλοσοφίας ξεκίνησε από το κοινό λάθος να θεωρηθεί, η ζωή και ο χρόνος σα μία ακόμα ουσία ή σαν ποιότητα διαφορετική από την υλική ουσία των πραγμάτων. Αυτός ο διαχωρισμός οδήγησε στην αντιπαράθεση της γενικής έννοιας της ουσίας
με αυτήν της διάνοιας -δηλ. στην αντιπαράθεση της έμμεσης με την άμεση ύπαρξη- και συνεπώς, στη διαφοροποίηση ως προς τη χρονική στιγμή της δημιουργίας τους και ως προς την ουσιαστικότητά τους. Οι δύο αντίθετες θεωρήσεις που προκάλεσαν οι φιλόσοφοι για την προτεραιότητα της ύπαρξης του ενός από το άλλο δεν ήταν τελείως αβάσιμες και λαθεμένες, ήταν όμως
μονόπλευρες και αδιέξοδες.
Στο βιβλίο
“Η Θεολογία της Επιστήμης”, η έννοια του Θεού προσεγγίζεται και με ένα άλλο τρόπο που μοιάζει περισσότερο διαισθητικός και είναι ο ίδιος λόγος που ο Σπινόζα όρισε εξ αρχής ότι Θεός και Φύση είναι το ίδιο πράγμα. Ο τρόπος αυτός δεν αποτελεί απόδειξη για την ύπαρξη ενός “ολοκληρωμένου”
Θεού με ψυχή και νόηση, ωστόσο είναι μία σωστή προσέγγιση.
“Το Σύμπαν δεν είναι απλώς ένα ποσοτικό σύνολο πραγμάτων
συνθεμένων από μερικές ουσίες, οι οποίες αλληλοσυνδέονται μόνο έμμεσα, εξωτερικά και εκ των
υστέρων, χωρίς να υπάρχει συνοχή και μία κοινή αιτία. Ένα τέτοιο Σύμπαν, το οποίο δε θα ήταν
με ενιαία ποιότητα και συνολική-άμεση αιτία θα ήταν αυθύπαρκτο, ωστόσο όχι αυτοτελές με όλη
την έννοια του όρου, γιατί όλα θα ήταν δημιουργημένα μόνο από έξω τους. Δε θα υπήρχε σαν ένα
μόνο πράγμα, για να μπορούμε να πούμε πως υπάρχει από μόνο του, χωρίς να εξαρτάται από
κανένα άλλο. Τίποτε άλλο δεν μπορεί να είναι αυτοτελές, εκτός από τη Συμπαντική Ποιότητα με
την έννοια του τελειωμένου Χρόνου και από αυτόν εδώ το συλλογισμό συμπεραίνουμε την ύπαρξη
του Θεού, χωρίς να το έχουμε καταλάβει!” σ 219
Αμέσως πιο κάτω, η ύπαρξη του Θεού προκύπτει με ένα πρωτότυπο λογικό συμπέρασμα επάνω στη βάση ότι το Σύμπαν Υπάρχει σαν κοινή και ταυτόχρονη ενέργεια προς τους υλικούς φορείς του εξωτερικού και ετερόχρονου κόσμου.
“Η έννοια είναι κοινό ή σταθερό γνώρισμα πολλών διαφορετικών αντιλήψεων. Η Συμπαντική Ποιότητα είναι η κοινή Ουσία-Χρόνος, με την οποία υπάρχουν και γίνονται σαν εξωτερικά όλα τα λεγόμενα πράγματα, όσο και αν διαφέρουν. Είναι η επαρκής-άμεση αιτία των πραγμάτων, η πάντοτε
προηγούμενη αρχή της ενότητας, της ποιότητας και της συνθετότητας στις έμμεσες αλληλεπιδράσεις των υλικών φορέων. Τα λεγόμενα πράγματα είναι αυτή η ίδια σχετικά εκ των υστέρων-έμμεσα, ενώ η ίδια υπάρχει ανέκαθεν (εκ των προτέρων) τελειωμένη σαν ουσία με το βασικό γνώρισμα της έννοιας.
Με άλλα λόγια, υπάρχει μία κοινή πραγματικότητα, η οποία δεν είναι εξωτερική ή έμμεση και
σχετική, αλλά ταυτόχρονη δηλ. εσωτερική ή άμεση.”
σ 219
(Εδώ στο τέλος έχει συμπληρωθεί και η λέξη “ταυτόχρονη”).
Εάν πράγματι, η σύγχρονη Κοσμολογία και η Φυσική καταλήξουν στο Σύμπαν της Θεωρίας του Τελειωμένου Χρόνου, τότε ο παραπάνω συλλογισμός και ο παραλληλισμός της Έννοιας με την κοινή Ουσία (ενός ταυτόχρονου Σύμπαντος) είναι εύστοχος.
Ο Θεός είναι η Αμεσότητα στην Ύπαρξη του Κοινού Συνόλου της υλικής πραγματικότητας στο σύνολο του Χρόνου. Είναι η συνολική και κοινή Ενέργεια, η οποία σχετικά έμμεσα-εξωτερικά αποτελεί την αρχή για την ύπαρξη όλων των επιμέρους πραγμάτων, μέσα από τις έμμεσες-υλικές αλληλεπιδράσεις
στις μικρότερες χρονικές στιγμές. Ο Θεός είναι η κοινή πραγματικότητα, η οποία υπάρχει άμεσα, εσωτερικά, αυτο-προσδιορισμένα και όχι προσδιορισμένη από έξω ούτε με έμμεσο τρόπο. Η αυτοτέλεια και η ταυτόχρονη αμεσότητα του Σύμπαντος σχετίζονται με την εσωτερικότητα και τη διανοητική αυτενέργεια. Η ύπαρξη του Θεού αποδεικνύεται μόνο μετά από την εξήγηση
για την εσωτερικότητα στο υλικό Σύμπαν. Και η εσωτερικότητα στο υλικό Σύμπαν δεν μπορεί να είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που πλησιάζουν οι λέξεις “άμεσο, ταυτόχρονο και αυτοτελές Σύμπαν”.
Με άλλα λόγια, το Σύμπαν είναι αυτοτελές και υπάρχει σαν κοινό σύνολο για όλα τα επιμέρους πράγματα μέσα στο χώρο και στο χρόνο και το ίδιο δεν έχει δημιουργηθεί από κάτι άλλο ούτε με τη μεσολάβηση
εξωτερικών πραγμάτων. Πολλοί στοχαστές και φιλόσοφοι επικαλούνται αυτή την άποψη του αυτοτελούς Σύμπαντος για να απομακρύνουν το ρόλο του Θεού, αντιθέτως από εδώ και όπως το σκέφθηκε ο Σπινόζα. Ένα Σύμπαν το οποίο είναι αδημιούργητο και υπάρχει ταυτόχρονα προς τον εαυτό του, ένα τέτοιο
Σύμπαν που υπάρχει χωρίς ενδιάμεσες φάσεις, χωρίς τη μεσολάβηση άλλων πραγμάτων, χωρίς να βρίσκεται σε περιβάλλον (δηλαδή που υπάρχει άμεσα), ένα τέτοιο Σύμπαν στο οποίο δεν γίνεται τίποτε που δεν είχε ξαναγίνει και παραμένει το ίδιο στο σύνολο των μεταβολών του, ένα τέτοιο Σύμπαν είναι ενεργό με κάποιο άλλο μυστήριο τρόπο. Τα
"πράγματα" και οι εξελίξεις στο εσωτερικό του υπάρχουν σαν διανοητικές πράξεις του και όχι μόνο σαν εξωτερικά υλικά φαινόμενα που συναντήθηκαν και συνδυάστηκαν τυχαία. Τα πράγματα και οι εξελίξεις στο εσωτερικό του υπάρχουν και γίνονται όχι μόνο με τις εξωτερικές επιδράσεις των άλλων υλικών πραγμάτων με τα οποία συνδέονται, αλλά και με τις "προδιαγραφές"
που έχει όλο το Σύμπαν σαν ά-μεσο (και με την ενέργεια του οποίου συνδέονται άμεσα τα υλικά πράγματα). Εάν λοιπόν αποδείξουμε ότι σε ένα τέτοιο ά-μεσο και ταυτόχρονο Σύμπαν γίνονται νοητικές πράξεις ή σκέψεις (που στα μάτια μας έμμεσα και εξωτερικά φαίνονται σαν υλικές μεταβολές) τότε θα αποδείξουμε ότι υπάρχει Θεός. Ή εάν αποδείξουμε
ότι η εμφάνιση του εσωτερικού φαινομένου που υποδηλώνουμε με τη βολική χρήση της λέξης "ψυχή" σχετίζεται με την παρουσία μιας ταυτόχρονης ενέργειας του Σύμπαντος, τότε θα φθάσουμε πολύ κοντά στο ρόλο του Θεού.
Ένας τέτοιος Θεός δεν είναι αυταρχικός, όπως θεωρούμε έναν άνθρωπο που δεν υπολογίζει την άποψη και τις απαιτήσεις των άλλων,
αλλά δεν θα επεκταθούμε περισσότερο σε αυτή τη σελίδα για το ψυχολογικό προφίλ του Θεού.
“Ο
Θεός είναι η εσωτερική αρχή που προσδιορίζει τις συνέπειες με αμερόληπτο τρόπο και όχι μονομερώς, μόνο από μερικές εξωτερικές αιτίες. Τα πράγματα δε δημιουργούνται και δε συνδέονται με απομονωμένες σχέσεις φυσικής, χημείας, αστρονομίας, οικονομίας, γενικά των εξειδικευμένων επιστημών, γιατί είναι άμεσα μέρη μίας σύνθετης αυτοκαθορισμένης
ύπαρξης, από την αυτοτέλεια και την αυτογνωσία της οποίας εξαρτώνται οι ειδικότερες σχέσεις
στις υλικές – έμμεσες αλληλεπιδράσεις”
σ
338 (…)
«Όλα τα πράγματα είναι μέσα στην προηγούμενη αμεσότητα της αυτοπροσδιορισμένης Συμπαντικής Ποιότητας, στην ουσία είναι ο ίδιος ο Θεός σαν ατελής μέσα στο χρόνο και στο χώρο και έτσι σχετικά υπάρχουν (...) Η δυνατότητα των υλικών πραγμάτων να υπάρχουν, δηλαδή ν’ αποτελούν σύνθετες
ποιότητες, να συνδυάζονται και να διατηρούν σταθερούς τρόπους αλληλοεπηρεασμού, να είναι άμεσα (ή ταυτόχρονα) για τον εαυτό τους, ενώ έμμεσα (και ετερόχρονα) είναι μέρη μέσα στο χρόνο, προϋποθέτει τη σταθερότητα και την αμεσότητα του συνόλου”
σ 241
Ο Θεός είναι ο κοινός και αυτοτελής Εαυτός μας, ο οποίος εμείς σχετικά έμμεσα δεν είμαστε
και γι’ αυτό δεν έχουμε τέλεια αυτογνωσία ούτε τέλεια άγνοια”
σ388 Να σκεφτούμε την περίπτωση, ο Θεός να είναι η ψυχική-εσωτερική πλευρά του Σύμπαντος, μέρος του οποίου εμφανίζεται μέσα στο χρόνο (σαν ατελής και περιορισμένος) με τη σχετική εξέλιξη της ύλης!
"Ο
προσανατολισμός και ο σκοπός της ύπαρξης είναι παντού και πάντοτε
εσωτερικός, είναι η αμεσότητα και η σταθερότητα της ύπαρξης. Ωστόσο η
έλλειψη αυτοτέλειας την εξαναγκάζει να πραγματοποιήσει το σκοπό της με
έμμεσους τρόπους".
σ415
Προσέξτε και την αμέσως παρακάτω
παρατήρηση (ομοιότητας και παραλληλισμού). Πιθανόν να αποδειχτεί πιο σημαντική όταν η
παρουσία των εσωτερικών φαινομένων ερμηνευθεί με περισσότερη γνώση από τη σχέση της μοριακής
βιολογίας με τη φυσική:
" Η ύλη και οι συνδυασμοί της
είναι για την κοινή πραγματικότητα ό,τι είναι τα αισθήματα και οι αντιλήψεις για τη διάνοια.
Εκείνα υπάρχουν σαν απλές έννοιες, επειδή είναι οι αρχικοί τρόποι επηρεασμού μιας άμεσης και
κοινής διάνοιας-αυτοεννόησης. Η ύλη και οι συνδυασμοί της υπάρχουν σαν ουσίες, επειδή είναι
οι αρχικοί τρόποι επηρεασμού της άμεσης και κοινής πραγματικότητας ".
σ241
Η "άμεση και κοινή
πραγματικότητα" που πολύ εύκολα μπορεί να σκεφτεί οποιοσδήποτε κάνει φιλοσοφικές
σκέψεις, και το ίδιο εύκολα να αμφισβητηθεί από έναν ρεαλιστή και να ζητηθεί περισσότερη
ανάλυση τι εστί αυτή, με τους όρους της φυσικής μπορεί να μετονομαστεί σε "κενό χώρο, με
δυναμική ενέργεια προς τους υλικούς φορείς, που υπάρχουν σαν ταλαντώσεις του ".
Τελικά δεν είναι
μακριά από την αλήθεια, αν λέγαμε ότι ο Θεός είναι ο χώρος. Όχι μόνο ο χώρος μέσα στον οποίο
όλα υπάρχουν, αλλά και με την ενέργεια του οποίου όλα τα υλικά πράγματα συνδέονται άμεσα και
ταυτόχρονα. Ο χώρος είναι το «βλέμμα» του Θεού !
σ229
"Σοφώτατον χρόνος' ανευρίσκει γαρ πάντα". Αυτό το απόσπασμα αποδίδεται στο Θαλή το Μιλήσιο. Πρέπει να το δεχτούμε στην κυριολεξία του...
Ακόμα και η αδιέξοδη ερμηνεία του
κόσμου από μια κατάσταση όπου δεν υπήρχε ο χρόνος και ο χώρος (στην θεωρία του Big Bang),
μπορεί να γίνει πιο λογική και να κατανοηθεί σαν ένα ψυχικό φαινόμενο, όπου ο φυσικός κόσμος
δημιουργείται από μια κατάσταση από την οποία λείπουν τα γνωρίσματα της εξωτερικότητας και
της εμμεσότητας. Εκεί που δεν υπάρχει χρόνος και χώρος, δεν υπάρχει αριθμός πραγμάτων, δεν
υπάρχουν ξεχωριστά πράγματα, δεν γίνονται αλληλεπιδράσεις, δεν μεταβιβάζονται ποσά
ενέργειας, με λίγα λόγια υπάρχει κάτι που είναι μόνο άμεσα και εσωτερικά... Χωρίς να το
έχουν υποψιαστεί, η παράλογη θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης ενισχύει την ύπαρξη του Θεού όχι
μόνο σαν εξωτερική από τον φυσικό κόσμο, όπως πολύ εύκολα το φαντάστηκαν, αλλά ότι ο ίδιος ο
υλικός κόσμος είναι εξέλιξη ενός ψυχικού/εσωτερικού κόσμου!
|