Η περιπέτεια της φυσικής μέχρι να διαπιστωθεί ότι η δομή του
ατόμου είναι καθαρά έργο κυματικών φαινομένων και όχι μια ένωση σωματιδίων
Ως παιδιά διδασκόμασταν απλουστευμένα πώς είναι η δομή της ύλης και ότι στο άτομο υπάρχουν τα ηλεκτρόνια που κινούνται σε τροχιές γύρω από το
θετικά φορτισμένο πυρήνα. Μία από τις απορίες που το παιδικό μυαλό γεννούσε ήταν, πώς από μία τέτοια δομή της ύλης, όπου αναρίθμητα μικροσκοπικά
άτομα συνδέονται και μάλιστα με τη μεσολάβηση των αεικίνητων ηλεκτρονίων, πώς τελικά διαμορφώνονται πράγματα που
μας φαίνονται κάπως σταθερά. Πώς μικροσκοπικές ποσότητες που κινούνται ασταμάτητα καταφέρνουν και αποκτούν μια πιο σύνθετη και σταθερή μορφή;
Αυτό το ερώτημα μπορεί να τεθεί ακόμα και αν δεν γνωρίζαμε την απροσδιοριστία που έχει εισαγάγει η κβαντική φυσική στη δομή της ύλης, κάνοντας
την απορία ακόμα πιο μεγάλη! Τελικά, μέσα από διαφορετικές και δύσκολες παρατηρήσεις, και από διαφορετικές απορίες, οι ερευνητές αναγκάστηκαν να
διορθώσουν την αρχική απλουστευμένη εικόνα της δομής του ατόμου, η οποία έτσι γενικά δεν μπορούσε να ικανοποιεί ούτε ένα παιδί. Για να επιλυθούν
τα ιδιαίτερα προβλήματα που δημιουργούσαν οι πειραματικές μετρήσεις και για να εξηγηθούν πολλά νέα και παράξενα φαινόμενα, οι ερευνητές έφτασαν
σε μια πιο ειλικρινή άποψη της δομής του ατόμου, αφού τώρα αυτή η δομή δεν περιγράφεται με μηχανικές κινήσεις... όπως των ξεχωριστών σωμάτων.
Είναι ενδεικτικό για το πώς οι φυσικοί υπέθεταν τη δομή της ύλης έχοντας συνηθίσει την εικόνα των σύνθετων
σωμάτων και επαναλαμβάνοντας όσα μάθαιναν. Μια από τις πρώτες περιγραφές των ατόμων της ύλης έχει ονομαστεί "μοντέλο του σταφιδόψωμου".
Αυτή την περιγραφή υποστήριξε ένας εξαίρετος (και νομπελίστας) φυσικός, ο οποίος ανακάλυψε το ηλεκτρόνιο, ο Τζόζεφ Τόμσον κάπου το 1904.
Αυτή ήταν μια βελτιωμένη περιγραφή σε σύγκριση με την προηγούμενη απόπειρα, του φιλόσοφου και πρωτοπόρου ερευνητή Τζων Ντάλτον. Η
περιγραφή του Ντάλτον (κάπου το 1805) πλησίαζε στην αρχαία άποψη του Δημόκριτου και το ηλεκτρικό φορτίο είχε αγνοηθεί στη δική του
περιγραφή. Ο Ντάλτον επανέφερε την ορθολογική θεωρία του Δημόκριτου μέσα από εργαστηριακές παρατηρήσεις σε χημικές αντιδράσεις και στη
συμπεριφορά των αερίων. Όμως πρόσθεσε μερικούς νόμους και προϋποθέσεις για να εξηγήσει τη σταθερότητα των χημικών στοιχείων και μερικές
αναλογίες στις αντιδράσεις και στις χημικές ενώσεις τους, σύμφωνα με τις μετρήσεις που επέτυχε να κάνει με τα επιστημονικά όργανα της εποχής
του.
400 χρόνια στο δυτικό κόσμο, οι ερευνητές φιλοσοφούν με ένα δικό τους αξίωμα: ότι ο κόσμος είναι ένα πλήθος ξεχωριστών σωμάτων, τα οποία
κινούνται με τους νόμους της μηχανικής (τράβα - σπρώξε, προσοχή εμπόδιο, στρίψε). Επομένως, ότι έτσι με νόμους μηχανικής κίνησης χρειάζεται να
εξηγηθούν όλα τα φαινόμενα του κόσμου, ακόμα και η ζωή. Μηχανική κίνηση, δηλαδή, τράβα ή σπρώξε, ένα εμπόδιο εμπρός, στροφή του σώματος για να
μην πέσει επάνω στο άλλο, αν συγκρουστεί τότε το σώμα θα αλλάξει πορεία ή θα διαλυθεί κλπ. Για τους φυσικούς η μεγάλη δυσκολία στην έρευνα ήταν
ο μεγάλος αριθμός των σωμάτων, οι τεχνικές δυσκολίες για τις μετρήσεις και η πολυπλοκότητα των υπολογισμών. Στην εποχή του Νεύτωνα ήταν άγνωστος ο ρόλος του ηλεκτρομαγνητισμού στη φύση. Από τότε,
λίγοι ερευνητές και με αργό ρυθμό έχουν συνειδητοποιήσει μια διαφορετική πραγματικότητα από κυματικά φαινόμενα. Στις αρχές του 20ού αιώνα,
πολλοί φυσικοί και τεχνικοί γοητεύτηκαν από τα φαινόμενα του ηλεκτρομαγνητισμού και τονώθηκε η φαντασία τους. Ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα
είναι ο Νικόλα Τέσλα. Όμως, σχεδόν για όλους τους ερευνητές, όλος ο
κόσμος ήταν ο κόσμος των ξεχωριστών σωμάτων όπως γίνεται ορατός και οι εξωτερικές δυνάμεις που εφαρμόζονται μεταξύ τους. Αυτή η συνηθισμένη
άποψη των ξεχωριστών σωμάτων και της κίνησης με την έννοια της μηχανικής ήταν μέχρι σήμερα το ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ανάπτυξη της
κοσμολογίας. Επιπλέον, η εκκίνηση της κοσμολογικής έρευνας χωρίς ορθολογική σκέψη και χωρίς γενικές αρχές δεν βοήθησε για την παρατήρηση των
φυσικών φαινομένων που δεν μπορούν να εξηγηθούν από συνάντηση σωμάτων, ενώ επέτρεψε τη φαντασία και τις ανορθολογικές ερμηνείες και επινοήθηκαν
νέα φυσικά φαινόμενα.
Οι άνθρωποι που δεν ερευνούν, δεν μπορούν να φανταστούν τι άλλο μπορεί να υπάρχει χωρίς να είναι απτό σαν σώμα. Κι αν
φανταστούν, τότε εύκολα φαντάζονται πνεύματα, ψυχές και μαγικές δυνάμεις. Και ακόμα σχεδόν κανένας δεν μπορεί να πιστέψει, ότι ο κενός χώρος είναι η συνολική
ενέργεια της φύσης (μια ποσότητα ενέργειας σε κατάσταση ισορροπίας στάσιμων κυμάτων). Η συνολική ενέργεια του κόσμου εμφανίζεται σαν κενός χώρος, επειδή αυτή
η ενέργεια δεν επιδρά από μεγάλα μήκη στην ύλη, αλλά από μικροσκοπικές διαστάσεις. Και επιδρά σε μικροσκοπικές. διαστάσεις, διότι η "κίνηση" του κενού χώρου
είναι ταχύτατες αυξομειώσεις και κύματα με εξαιρετικά μικρά μήκη κύματος και όχι η Νευτώνεια/μηχανική κίνηση των σωμάτων. Ένα μέρος αυτών των διακυμάνσεων
της ενέργειας τις ανιχνεύουμε σαν σωματίδια, ως ύλη και ως εξ αποστάσεως δυνάμεις. Ο κόσμος και η νομοτέλειά του δεν μπορούν να εξηγηθούν από τα ξεχωριστά
σώματα και από τις μάζες τους. Αντιθέτως, το φαινόμενο της μάζας και της δημιουργίας σωματιδίων πρέπει να εξηγηθεί από φαινόμενα που δεν είναι εντοπισμένα σαν
σώματα μέσα στο χώρο.
Στις επόμενες σελίδες θα διαβάσετε περιληπτικά τη λογική αρχή με την οποία ο πραγματικός κόσμος μπορεί να εξηγηθεί ως
σύνολο και μαζί η δομή του αγνοώντας το πλήθος των βιβλίων της αστρονομίας και της κοσμολογίας. Αυτή η ορθολογική δυνατότητα είναι από μόνη της σημαντική και
αποκαλυπτική της νοητικής απλότητας και της απλότητας στις θεμελιώδεις διαδικασίες της φύσης. Θα δείτε πώς οι γενικές σκέψεις για ένα πλήρες και αυτοτελές
Σύνολο του κόσμου και πώς η ορθολογική εξήγηση των σωματιδίων ως ταλαντώσεις σε μια κοινόχρηστη ποσότητα θεμελιώνουν την κοσμολογία και οδηγούν στην εισαγωγή
λίγων μετρήσεων της φυσικής, που γονιμοποιούν την έρευνα. Τότε οι διαδικασίες με τις οποίες η φύση συντηρείται και ποια φυσικά φαινόμενα συνεργάζονται
φανερώνονται γρήγορα. Η σύγχρονη κοσμολογία αγνοούσε αυτήν την ορθολογική ερμηνεία και τις θεμελιώδεις διαδικασίες με τις οποίες η φύση εφαρμόζει τους νόμους
της και επαναλαμβάνει τις διαδικασίες της. Η κοσμολογία με αυτή την άγνοια απέτυχε να δώσει τις απαντήσεις στα πρώτα ερωτήματά της και έμεινε χωρίς θεμέλια. Οι
αστρονομικές παρατηρήσεις και η έρευνα του μικρόκοσμου έδωσαν την ευκαιρία για να διατυπωθούν αμέτρητες θεωρίες και σενάρια, χωρίς ωστόσο τίποτα να αποκλείεται
από τη διάψευση και σχεδόν τίποτε να μην εξηγείται με τη κοινή λογική.