ΚΥΚΛΙΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ – ΠΛΗΡΕΣ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΟ ΣΥΜΠΑΝ
Θεωρία του τελειωμένου χρόνου και της σχετικότητας της ενέργειας
(Ενιαία θεωρία περί χρόνου, χώρου και ύλης)
Η ΚΑΜΠΥΛΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ
(Μερικές πρώτες θεωρητικές παρατηρήσεις)
|
Ποιες νεότερες σκέψεις και απόψεις έγιναν κατά τη μαθηματική διερεύνηση, οι οποίες διόρθωσαν ή ανέπτυξαν τη φυσική ερμηνεία της προηγούμενης θεωρίας του Τελειωμένου Χρόνου.
Να βάλουμε στη σειρά ορισμένες θεωρητικές παρατηρήσεις.
Στη θεωρία του Tελειωμένου Xρόνου, όπου συμπεραίνουμε ορθολογικά την ύπαρξη ενός ελάχιστου tmin και ενός μέγιστου χρονικού διαστήματος
tmax
και αντίστοιχα μίας ελάχιστης και μίας μέγιστης απόστασης, από αυτό το συλλογισμό προκύπτει και το όριο για την αύξηση στην ταχύτητα, η οποία είναι ένας
συνδυασμός μήκους και χρόνου που παρουσιάζεται με την κίνηση. Από το όριο στη μέγιστη απόσταση απομάκρυνσης προκύπτει η καμπυλότητα του χώρου.
► Υπάρχει μία μέγιστη χρονική περίοδος TΣυμπαντος στην οποία το Σύμπαν μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένο και σταθεροποιημένο. Το 1/ ΤΣυμπαντος =
fΣυμπαντος
► Στη μέγιστη χρονική περίοδο ΤΣυμπαντος αντιστοιχεί ένα μέγιστο μήκος SΣύμπαντος εντός του οποίου το Σύμπαν ολοκληρώνεται.
► Υπάρχει το όριο μίας μέγιστης ταχύτητας Vmax που φαίνεται να συμπίπτει με τη ταχύτητα
c των φωτεινών κυμάτων. c=Vmax
ή περίπου ίση.
► Υπάρχει ένα μέγιστο όριο
fmax
στη μεταβίβαση της ενέργειας από τη κυματική μεταβολή του χώρου. Το 1/ fmax =
Τmin
► Στη μέγιστη συχνότητα
fmax
αντιστοιχεί ένα ελάχιστο μήκος κύματος
λmin
το οποίο συμπίπτει με την ελάχιστη ποσότητα h . Δηλαδή λmin = h
► Για τη μέγιστη συχνότητα
fmax προκύπτει ένας μέγιστος ρυθμός αύξησης amax
της ταχύτητας και μεταβίβασης
της ενέργειας. Δηλαδή amax = Vmax2 / λmin = Vmax fmax
=
fmax2
λmin
► Στη μέγιστη ταχύτητα c, για τη συχνότητα
fmax με λmin=h, προκύπτουν τα φαινόμενα
μο και εο και μία σύνθετη αντίσταση zo με τις γνωστές τιμές.
► Εκεί λοιπόν που η ταχύτητα Vmax συμπίπτει με μία μέγιστη συχνότητα fmax, ένα ελάχιστο μήκος λmin, με μία ελάχιστη ποσότητα ενέργειας h1Hz, με ένα μέγιστο ρυθμό μεταβολής της ταχύτητας, με ελάχιστα μο και εο, και με την ελάχιστη σύνθετη αντίσταση
zo φαίνεται ακόμα να συμπίπτουν: με την απουσία μάζας (ή με την ελάχιστη αδράνεια Mmin ), με την ελάχιστη βαρυτική δύναμη Fgmin, με το μέγιστο μήκος SΣυμπαντος και με την ελάχιστη καμπυλότητα. Η ελάχιστη καμπυλότητα του χώρου αντιστοιχεί σε μία ελάχιστη απόκλιση από την ευθεία και στην ευθύγραμμη κίνηση
μπορεί να θεωρηθεί ισοδύναμη με την ελάχιστη βαρυτική έλξη. Η ελάχιστη βαρυτική έλξη προκαλεί τον ελάχιστο ρυθμό επιτάχυνσης και ο ρυθμός αυτός συνδέεται με το ρυθμό που προκύπτει από τη σταθερά της βαρύτητας G. Εξάλλου, αφού δεν υπάρχει άπειρη απομάκρυνση και άπειρη
ευθύγραμμη κίνηση, συνεπώς η ομαλή ευθύγραμμη κίνηση αναγκαστικά γίνεται επιταχυνόμενη ή επιβραδυνόμενη.
► Η συσχέτιση των παραπάνω φαινομένων οδηγεί μόνη της στη σκέψη, ότι εκεί που παρουσιάζεται η ύλη έχουμε την αντιστροφή των διαδικασιών. Προδίδει συγχρόνως, ότι ο κενός χώρος βρίσκεται σε κατάσταση ισορροπίας όχι επειδή απλώς είναι κάτι ακίνητο, αλλά επειδή ο χώρος ταλαντώνεται
με τη μέγιστη δυνατή συχνότητα. Αυτή είναι μία νέα άποψη, η οποία δεν είχε γίνει ούτε από την προηγούμενη φυσική ερμηνεία της θεωρίας του Τελειωμένου Χρόνου.
► Επιπλέον, έχουμε παρατηρήσει από απλές σχέσεις και σκέψεις, ότι το ελάχιστο μήκος κύματος λmin συμπίπτει με την ελάχιστη ποσότητα στροφορμής h και η μέγιστη ταχύτητα c του φωτός συμπίπτει με μία μέγιστη ποσότητα κυματικής ενέργειας Emax, σύμφωνα με τις
σχέσεις Emax = h fmax = Fmax λmin = fmax λmin. Από αυτή τη ταύτιση της ταχύτητας με την ενέργεια προκύπτει ταύτιση της συχνότητας με τη δύναμη και της ισχύος με το ρυθμό μεταβολής της ταχύτητας amax = Vmax/Tmin = Emax / Tmin
= Pmax.
fmax x λmin = fmax x
h = Fmax x λmin = Emax
= Mmax x c2 |
Για να συμπεριλάβουμε αυτές τις τελευταίες παρατηρήσεις, εκεί που συμπίπτουν η μέγιστη ταχύτητα Vmax, η μέγιστη συχνότητα fmax, ο μέγιστος ρυθμός μεταβολής στην ταχύτητα a και -a, το ελάχιστο μήκος λmin,
η ελάχιστη αδράνεια Mmin και η ελάχιστη καμπυλότητα, κατά κάποιο τρόπο συναντιούνται ακόμα μία μέγιστη δύναμη Fmax και μία μέγιστη ποσότητα ενέργειας Emax.
Η μέγιστη απόσταση (απομάκρυνση) στον πεπερασμένο και ισότροπο χώρο θεωρητικά αντιστοιχεί σε απόκλιση 180º. Η επιστροφή πίσω (προσέγγιση) στο αρχικό σημείο σε -180º μοίρες.
Η απόκλιση από την ευθύγραμμη κίνηση θεωρητικά στον τέλειο κύκλο γίνεται η μέγιστη απόκλιση στις 90º και κατά την επιστροφή στις -90º (ή 270º) μοίρες.
Εάν αυτό το μήκος της μέγιστης απόστασης στον πεπερασμένο χώρο το δούμε δυναμικά σαν ένα σώμα που κινείται με σταθερή ταχύτητα. Σε ίσους χρόνους διανύονται ίσα τόξα. Το μέγιστο μήκος του ενός τόξου των 180º διανύεται στον ίδιο χρόνο t που διανύεται και το τόξο των 180º στην επιστροφή. Στην
κυκλική κίνηση με σταθερή ταχύτητα θεωρείται ότι υπάρχει επιτάχυνση (κεντρομόλος), επειδή η διεύθυνση της κίνησης αλλάζει.
Μπορεί να γίνει μία παράδοξη θεωρητική παρατήρηση στο φαινόμενο της κυκλικής κίνησης, στην οποία οδηγεί η άποψη για την εξαναγκαστική καμπύλωση που επιβάλλει ένας χώρος πεπερασμένος και ισότροπος, με όριο στην μέγιστη απομάκρυνση όλων των πραγμάτων. Μπορούμε να θεωρήσουμε τη φάση της
απομάκρυνσης όπως μία κίνηση επιβραδυνόμενη, σε σχέση με ένα αυθαίρετο σημείο εκκίνησης. Ο ρυθμός της επιβράδυνσης αυξάνει με το πέρασμα του χρόνου και στη μέγιστη απόσταση που βρίσκεται στις 180º μοίρες όπου η απομάκρυνση σταματάει μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η ταχύτητα μηδενίζεται.
Στη φάση της επιστροφής και της προσέγγισης πίσω στο αρχικό σημείο, η κίνηση μπορεί να θεωρηθεί επιταχυνόμενη προς το αρχικό σημείο, ώσπου η ταχύτητα αποκτάει τη μέγιστη τιμή της στο σημείο της εκκίνησης.
Στην κυκλική κίνηση συνυπάρχουν δύο αντίθετες κινήσεις και αντίστοιχα δύο αντίθετα χρονικά διαστήματα και ενδιάμεσες φάσεις, όπου η γωνία απόκλισης από την ευθεία γίνεται μέγιστη. Η παρατήρηση της κυκλικής κίνησης με σταθερή ταχύτητα και η συσχέτισή της με ισοδύναμο φαινόμενο ευθύγραμμης ομαλής επιβράδυνσης και επιτάχυνσης θυμίζει μία άλλη παράξενη ισοδυναμία στη φυσική. Θυμίζει την συμπτωματική ισοδυναμία που προσπάθησε ανεπιτυχώς να καταλάβει ο Einstein, για την
αδρανειακή και τη βαρυτική μάζα. Ένας παρατηρητής που επιταχύνεται μέσα σε ένα κλειστό εργαστήριο και δέχεται μία ώθηση αντίθετη από τη διεύθυνση της κίνησής του μπορεί να θεωρήσει, ότι έλκεται από ένα βαρυτικό πεδίο, εάν δεν βρει τρόπο να ερευνήσει έξω από το εργαστήριό του. Παρόμοια, εδώ παρατηρούμε την περίπτωση της κυκλικής κίνησης να
περιγραφτεί σαν φαινόμενο ευθύγραμμης κίνησης, που μεταβάλλεται και αντιστρέφεται περιοδικά.
Υπάρχει μία ακόμα λεπτομέρεια από την οποία μπορούμε να εξιχνιάσουμε την ύπαρξη ορισμένων φαινομένων υψηλής ταχύτητας, όταν τη λεπτομέρεια αυτή την παρατηρήσουμε στο παραπάνω θεωρητικό σχήμα της ισοδύναμης κυκλικής κίνησης. Η λεπτομέρεια αυτή προκύπτει όταν η κυκλική κίνηση δεν είναι τέλεια
κυκλική, αλλά σχεδόν κυκλική (≈360º). Στην περίπτωση που η κυκλική κίνηση, την οποία περιγράφουμε ισοδύναμα σαν περιοδικό φαινόμενο επιβράδυνσης/επιτάχυνσης δεν γίνεται σε απαραμόρφωτο κύκλο, τότε οι δύο φάσεις της μέγιστης απομάκρυνσης και της προσέγγισης στο αρχικό σημείο ενδέχεται να μην είναι ακριβώς ίσες. Με άλλα λόγια ο ρυθμός της ισοδύναμης
επιβράδυνσης και ο ρυθμός της ισοδύναμης επιτάχυνσης και οι χρόνοι που εξελίσσονται αυτές οι δύο κινήσεις ίσως να έχουν μία μικρή διαφορά.
Υπάρχουν ενδείξεις, ότι από μία πολύ μικρή διαφορά στις δύο αυτές φάσεις της κυκλικής κίνησης μέσα στη μικροσκοπική δημιουργία της ύλης προκύπτει ένα περίσσευμα ή μία ελάττωση ενέργειας, η οποία τελικά παρουσιάζεται με τη μορφή της ύλης ή με ένα νέο φαινόμενο.
Εάν ο ρυθμός της επιβράδυνσης (σε κάποια φυσική διαδικασία) διαφέρει από το ρυθμό της επιτάχυνσης (κατά την αντιστροφή της διαδικασίας), τότε ο χρόνος t στον οποίο αποκτιέται θεωρητικά η ταχύτητα Vmax θα διαφέρει από το χρόνο t' στον οποίο η ταχύτητα μειώνεται. Ο ρυθμός της επιβράδυνσης με το ρυθμό της επιτάχυνσης (στις φυσικές
μεταβολές) δεν πρέπει να είναι ίσοι και αυτή η ανισότητα μάλλον σχετίζεται με το ότι η κίνηση δεν διακόπτεται τελείως και οι μεταβολές δεν αποκτούν μηδενική τιμή. Αυτή η σκέψη πηγάζει από πολλές παρατηρήσεις. Πηγάζει από την παρατήρηση ότι οι κυκλικές κινήσεις στη φύση δεν διαγράφουν τέλειους κύκλους 360º. Οι μικροσκοπικές ποσότητες που συγκροτούν την ύλη μοιάζουν να προέρχονται από μικροσκοπικές διακυμάνσεις ενέργειας και ταχύτητας και σαν μικρές ταλαντώσεις μίας πολύ
μεγάλης και σταθερής ποσότητας. Επίσης η παρατήρηση ότι το φως συμπεριφέρεται αποκεντρωτικά σε αντίθεση με τη βαρύτητα και η αριθμητική "εξουδετέρωση" τους με λόγο 0,02, ενισχύει το σενάριο, ότι υπάρχει μικρή διαφορά στο χρόνο που αποκτιέται η ταχύτητα αυτών των κυμάτων ή στο χρόνο που ολοκληρώνεται μία διαδικασία μεταβίβασης της ενέργειας. Επίσης το
αντίστροφο της ταχύτητας 1/c είναι ύποπτα κοντά στη σταθερά βαρύτητας G αλλά δεν συμπίπτουν. Ακόμα, ο αριθμός 2π με τον οποίο συνδέονται οι κυκλικές κινήσεις έχει άπειρα
δεκαδικά ψηφία και αυτή η ατέλεια, μάλλον δεν επιτρέπει να γίνει ακριβής αριθμητική πράξη και να προκύψουν ακριβώς ίσες ποσότητες. Η ταχύτητα του φωτός c, η ελάχιστη στροφορμή h και ο ρυθμός επιτάχυνσης που καθορίζεται από τη σταθερά της βαρύτητας G εμφανίζονται σαν ακραία όρια μίας μεταβολής-διακύμανσης που έχει πραγματοποιηθεί ανέκαθεν ή συμβαίνει στο μικρότερο δυνατό χρόνο
tmin.
Ύστερα από την απλή αριθμητική διερεύνηση μπορούμε να πούμε πιο συμπληρωμένα και πιο αποσαφηνισμένα όσα ήδη είχαν διατυπωθεί παλαιότερα με την απλή ανάλυση των εννοιών και με τη λογική συνέπεια των θεωρητικών σκέψεων, (που αποτελούν τη φυσική ερμηνεία του Τελειωμένου Χρόνου):
Το μεγάλο μυστικό της αρχής της δημιουργίας του κόσμου κρύβεται στο σχήμα του ατελή κύκλου. Η ενέργεια που αποκεντρώνεται από την ύλη με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων αντισταθμίζεται σχεδόν από την ενέργεια που συγκεντρώνεται με τη μορφή βαρυτικών κυμάτων. Αυτή είναι η διαστολή και η
συστολή που λανθασμένα και ανόητα σκέφτηκαν οι σύγχρονοι φυσικοί για το σύνολο του κόσμου! Η αντιστάθμιση της ενέργειας πιθανόν δεν είναι πλήρης και έτσι διατηρείται η ύλη.
Μετά από την αποσαφήνιση με τους όρους της φυσικής, μάλλον θα πρέπει να λάβουν πιο σοβαρά τις παρακάτω παρατηρήσεις, οι οποίες προέκυψαν (πριν από πολλά χρόνια) με θεωρητική σκέψη από τις πιο γενικές έννοιες και να γίνουν επιτέλους κατανοητές.
Σε καμιά χρονική στιγμή δε λείπει ο χώρος και η υλική πραγματικότητα, η οποία αναλογεί σε στιγμές ελάττωσης της ενέργειάς του. Το ίδιο, η έλλειψη στην ενέργεια του χώρου δεν άρχισε σε κάποια χρονική στιγμή και ποτέ δεν αντισταθμίζεται στο σύνολό της
183
Δεν υπάρχει χρόνος, Σύμπαν και χώρος χωρίς την ύλη, δηλαδή ένα Σύμπαν μόνο άμεσα, χωρίς ποιότητα, με άλλα λόγια μια συνολική στιγμή χωρίς τις μικρότερες στιγμές, όπως δεν υπάρχουν πρωταρχικά στοιχεία που συνθέτουν εξωτερικά όλο το Σύμπαν. Γι' αυτό με την εμπειρική ορολογία το Σύμπαν είναι η συνολική
ενέργεια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει έλλειψη ενέργειας. Ακριβώς αυτή η σχετική έλλειψή της είναι που ορίζει το νόημά της και την κάνει ταυτόσημη με το χρόνο, δηλαδή με την αλλαγή και την επίδραση. Η συνολική ενέργεια είναι ο χώρος και αντισταθμίζει τις ελλείψεις της, που είναι ο υλικός κόσμος.
188
οι διαφορές της ουσίας, η ύλη είναι στιγμές μεταφοράς ενέργειας, στιγμές που αρχίζει και τελειώνει η ροή της, δηλαδή στιγμές ελάττωσης και αντιστάθμισης.
188
Η συνολική και ταυτόχρονη ενέργεια που αναλογεί στο χώρο είναι σταθερή και περιορισμένη, ενώ σε καμιά χρονική στιγμή δε λείπει η υλική πραγματικότητα, που αναλογεί σε μικρότερες στιγμές ελάττωσής της. Γι' αυτό και η επίδραση της συνολικής ταυτόχρονης ενέργειας του χώρου είναι περιορισμένης δυνατότητας και
σταθερή και δεν μπορεί ν' αντισταθμίσει ή να εξουδετερώσει το σύνολο της υλικής πραγματικότητας. Όπως η αμεσότητα και η ενότητα του Σύμπαντος δεν είναι απεριόριστη και χωρίς τις σχετικές διαφορές, το ίδιο η παγκόσμια έλξη-ενότητα δεν είναι απεριόριστη και δεν έχει νόημα χωρίς τα όρια και τις ελλείψεις της. Απεριόριστη έλξη ή ενότητα θα σήμαινε
έλλειψη της εμμεσότητας, έλλειψη χρονικής διαφοράς και απόστασης, έλλειψη ενεργειακής ροής, δηλαδή μόνο αμεσότητα, συνολικό χρόνο χωρίς μικρότερες στιγμές.
189
Ο χώρος είναι το τελειωμένο χρονικό όριο, στο οποίο είναι το Σύμπαν ταυτοχρόνως ως προς τα υλικά-έμμεσα πράγματα. Η κοινή ενέργειά του υπάρχει σαν μια ροή προς εκείνα, την οποία αντιλαμβανόμαστε σαν βαρύτητα ή σαν έλξη ανάμεσά τους.
190
|
*