ΜΕΡΙΚΑ
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
(Από το φιλοσοφικό έργο "ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ"
εκδόσεις Αναγνωστίδη)
" η ενότητα των αντικειμένων
προσδιορίζεται μοναδικά από τη νόηση και βέβαια σύμφωνα με τις
συναφείς προϋποθέσεις της φύσης της. Έτσι λοιπόν η νόηση είναι η
αρχή της καθολικής τάξης μέσα στη φύση, εφόσον περιβάλλει όλα τα
φαινόμενα με τους νόμους της και συγκροτεί έτσι, πρώτα-πρώτα, την
εμπειρία (όσον αφορά τη μορφή) a priori,
με τη μεσολάβηση της οποίας θέτει αναγκαστικά κάτω από την ισχύ των
νόμων της εκείνο που δεν πρέπει να γίνει γνωστό παρά μόνο εμπειρικά.
Γιατί δεν έχουμε να κάνουμε με τη φύση των πραγμάτων αυτών καθ'
εαυτών, ανεξάρτητα από τους όρους της ευαισθησίας μας όπως και της
νόησής μας, αλλά με την φύση σαν αντικείμενο πιθανής εμπειρίας (...)
89,90
" Ύστερα απ' τις πολύ ξεκάθαρες
αποδείξεις που δώσαμε πιο πάνω, θα ήταν παράδοξο να ελπίζουμε πως θα
γνωρίσουμε για ένα οποιοδήποτε αντικείμενο περισσότερα απ' όσα
μπορεί να χωρέσει η πιθανή εμπειρία του αντικειμένου αυτού ή ακόμη
να αξιώσουμε την παραμικρή γνώση ενός πράγματος, για το οποίο
δεχόμαστε ότι δεν είναι αντικείμενο πιθανής εμπειρίας (...)
127
" Η κριτική (της γνωστικής ικανότητας
του ανθρώπου)* είναι για την κοινότυπη εκπαιδευτική μεταφυσική
εκείνο που η χημεία είναι για την αλχημεία ή η αστρονομία για την
μαντική αστρολογία" 148
* Η
παρένθεση προστέθηκε εδώ για την κατανόηση του αποσπάσματος.
Δύο από τα βασικά έργα του Εμμανουήλ Καντ είχαν τον τίτλο
"Κριτική του Καθαρού Λόγου" και "Κριτική του Πρακτικού Λόγου".
ΜΕΡΙΚΑ
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
(Από το
φιλοσοφικό έργο "ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΥ ΛΟΓΟΥ" του IMM. KANT,
μετάφραση Γρηγ. Λιονή, αρ. σελίδων 640)
" Πρέπει λοιπόν
ν' αναγνωρίσουμε, ότι οι κατηγορίες μόνες δεν αρκούν για την γνώση των πραγμάτων καθ' εαυτά και ότι χωρίς τα δοσμένα της
αισθητικότητας, θα ήταν απλές υποκειμενικές μορφές της ενότητας της νόησης, αλλά χωρίς κανένα αντικείμενο. Η σκέψη, πραγματικά,
δεν είναι καθ' εαυτήν ένα προϊόν των αισθήσεων και μ' αυτή την ιδιότητα δεν είναι επίσης περιορισμένη απ' αυτές, αλλ' αυτή δεν
έχει γι' αυτό τη δική της και καθαρή χρήση χωρίς τη βοήθεια της αισθητικότητας, γιατί τότε θα ήταν χωρίς αντικείμενο".
241
"
Όλη η γνώση μας αρχίζει απ' τις αισθήσεις, περνάει από
κει στη νόηση και τελειώνει στο λόγο πάνω απ' τον οποίο δεν υπάρχει τίποτε σε μας πιο υψηλό, κατάλληλο για να επεξεργασθεί την
ύλη της εποπτείας και για να την επαναφέρει στην πιο υψηλή ενότητα της σκέψης".
249
" Μέσα στο
πρώτο μέρος της υπερβατικής λογικής μας έχουμε ορίσει τη νόηση, σαν τη δύναμη των κανόνων· θα διακρίνουμε εδώ το λόγο απ' τη
νόηση, ονομάζοντας αυτόν, σαν δύναμη των αρχών (principien)".
249
" Εάν λέμε για
τη νόηση, ότι είναι λειτουργία του επανατάσσειν τα φαινόμενα στην ενότητα μέσω των κανόνων, πρέπει να πούμε για το λόγο, ότι
είναι η δεξιότητα να επαναφέρουμε στην ενότητα τους κανόνες της νόησης μέσω αρχών. Ο λόγος λοιπόν δεν αναφέρεται ποτέ άμεσα ούτε
στην εμπειρία ούτε σ' ένα οποιοδήποτε αντικείμενο, αλλά στη διανόηση, με το σκοπό να προμηθεύσει εκ των προτέρων και δια των
εννοιών στις ποικίλες γνώσεις αυτής της λειτουργίας, μια ενότητα που μπορούμε να ονομάσουμε λογική και που είναι τελείως
διαφορετική από κείνη που η νόηση μπορεί να προσφέρει (rationelle-intellectuelle). Τέτοια είναι η
γενική έννοια της λειτουργίας του λόγου, όσο είναι επιτρεπτό να συντελέσουμε στην κατανόησή της με τέλεια απουσία παραδειγμάτων
(που θα δώσουμε αργότερα)". 251
" Πραγματικά,
απ' την άποψη της φύσης, η εμπειρία είναι αυτή που μας προσφέρει τον κανόνα και που είναι η πηγή της αλήθειας· αλλά απ' την
άποψη των ηθικών νόμων η εμπειρία είναι (αλλοίμονο!) η μητέρα της φαινομενικότητας και είναι μια προσπάθεια καταδικαστέα, το να
θέλουμε να εξάγουμε απ' αυτό που γίνεται στη φύση, τους νόμους αυτού που οφείλω να κάνω ή να θέλουμε τους ηθικούς νόμους να τους
ανάγουμε στους φυσικούς νόμους". 262-263
" Επομένως,
μπορούμε να διακρίνουμε όλες τις υπερβατικές ιδέες σε τρεις τάξεις, απ' τις οποίες η ΠΡΩΤΗ περιέχει την απόλυτη ενότητα
(απροσδιόριστη) του σκεπτόμενου υποκειμένου, η ΔΕΥΤΕΡΗ, την απόλυτη ενότητα της σειράς των όρων του φαινομένου, η ΤΡΙΤΗ την
απόλυτη ενότητα του όρου όλων των αντικειμένων της σκέψης γενικά. Το σκεπτόμενο υποκείμενο είναι το αντικείμενο της ψυχολογίας·
το σύνολο όλων των φαινομένων (ο κόσμος), το αντικείμενο της κοσμολογίας και αυτό που περιέχει τον υπέρτατο όρο της δυνατότητας
για όλο αυτό που μπορεί να νοείται (το ον των όντων), το αντικείμενο της θεολογίας".
272-273
" Εάν
εκλαμβάνουμε τα εξωτερικά αντικείμενα σαν πράγματα καθ' εαυτά, είναι τελείως αδύνατο να καταλάβουμε, πώς θα μπορούσαμε να
φθάσουμε στη γνώση της εξωτερικής πραγματικότητάς τους μέσα μας, στηριζόμενοι απλώς στην παράσταση που είναι μέσα μας. Είναι
προφανές ότι δεν μπορεί κανείς να αισθανθεί παραστάσεις έξω απ' τον εαυτό του παρά μόνο μέσα του...".
303
" Αν συγκρίνουμε
την ψυχολογία, σαν ψυχολογία της εσωτερικής αίσθησης, με την σωματολογία, σαν φυσιολογία για τ' αντικείμενα των εξωτερικών
αισθήσεων, βρίσκουμε, ανεξάρτητα απ' το ότι πολλά πράγματα μπορούν να γνωσθούν εμπειρικά μέσα στις δύο επιστήμες, αυτή τη
σπουδαία διαφορά: μέσα στην τελευταία, είναι δυνατόν να συναγάγουμε εκ των προτέρων πολλές γνώσεις απ' την απλή έννοια ενός
όντος εκτατού και αδιαχώρητου, ενώ μέσα στην πρώτη, δεν μπορούμε τίποτε να γνωρίσουμε συνθετικά εκ των προτέρων, ξεκινώντας απ'
την έννοια ενός σκεπτόμενου όντος. Να ο λόγος. Αν και η μια και η άλλη είναι φαινόμενα, το φαινόμενο που παρουσιάζεται στην
εξωτερική αίσθηση, έχει ωστόσο κάποιο πράγμα σταθερό και διαρκές, που προσφέρει μια υπόσταση και το οποίο χρησιμεύει για θεμέλιο
στους ματαβαλόμενους καθορισμούς και επομένως μια έννοια συνθετική, δηλαδή την έννοια του χώρου και ενός φαινομένου μέσα στο
χώρο, ενώ ο χρόνος, που είναι η μόνη μορφή της εσωτερικής μας εποπτείας, δεν έχει τίποτε διαρκές και επομένως δεν μας βοηθά να
γνωρίσουμε παρά τη μεταβολή των καθορισμών και όχι το καθορίσιμο αντικείμενο. Μέσα σ' αυτό που ονομάζουμε ψυχή, το κάθε τι
βρίσκεται μέσα σε μια συνεχή ροή και δεν υπάρχει τίποτε μόνιμο, με εξαίρεση ίσως (αν το διατηρούμε εκεί απόλυτα) το εγώ, που δεν
είναι τόσο απλό παρά γιατί αυτή η παράσταση δεν έχει καθόλου περιεχόμενο και επομένως καμμιά διαφορά (...) Αλλά αυτό το εγώ
είναι επίσης τόσο λίγο μια εποπτεία, όσο και μια έννοια από ένα οποιοδήποτε αντικείμενο, που δεν είναι παρά η απλή μορφή της
συνείδησης (το αντικείμενο της συνείδησης που μας είναι άγνωστο...)". 304-305
" Έχουμε αρκετά
αποδείξει στην υπερβατική αισθητική, ότι όλο αυτό που εποπτεύεται μέσα στο χώρο ή μέσα στο χρόνο, επομένως όλα τα αντικείμενα
μιας δυνατής για μας εμπειρίας, δεν είναι τίποτε παρά φαινόμενα, δηλαδή παραστάσεις απλές, οι οποίες εφόσον τις φανταζόμαστε σαν
όντα εκτεταμένα ή σειρές μεταβολών, δεν έχουν έξω απ' τις σκέψεις μας, ύπαρξη θεμελιωμένη καθ' εαυτήν. Τέτοιο είναι το σύστημα
που ονομάζω υπερβατικό ιδεαλισμό*". 376
|