ΚΕΝΤΡΙΚΗ • ΕΠΑΝΩ • ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ 3

 

ΠΙΣΩ ΠΙΣΩ - ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ, ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

Σύντομη αναδρομή και σχολιασμός στις φιλοσοφικές προσπάθειες από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα

 

 

Υλισμός ή Ιδεαλισμός;

 

Στους χρόνους που σηματοδοτούν το τέλος της ηγεμονίας της χριστιανικής αντίληψης του κόσμου και την αρχή της επιστημονικής προσέγγισης της φύσης (το τέλος του Μεσαίωνα, με πρώτες παρατηρήσεις τη θέση της Γης μέσα στο ηλιακό σύστημα, από τον Κοπέρνικο, τον Γαλιλαίο, τον Κέπλερ), εμφανίστηκε τότε μια σύγκρουση ανάμεσα στη (Χριστιανική) θρησκεία και στην Επιστήμη. Αυτή η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη και δικαιολογημένη, αφού μέχρι τότε τα θρησκευτικά συμφέροντα επέβαλλαν πολλές σύντομες απόψεις για τον κόσμο, τις οποίες δεν έπρεπε να αμφισβητεί κανένας, ακόμα και όταν η λογική και η εμπειρία επέτρεπαν την αμφιβολία. Η ανάπτυξη της φυσικής με τα θεμέλια της μηχανικής που έβαλε τότε ο Νεύτων (χωρίς αυτός να απορρίψει την ύπαρξη του θεού), η επιτυχία της περιγραφής των κινήσεων και των δυνάμεων μεταξύ των σωμάτων με τη χρήση των μαθηματικών και η αποτελεσματική εφαρμογή της γνώσης, ανέδειξαν την προοπτική της σκέψης σε σύζευξη με την παρατήρηση της φύσης και ενίσχυσαν την άποψη, ότι η φύση λειτουργεί με σταθερούς νόμους και χωρίς να χρειάζεται ο Θεός. Έτσι, όπως ήταν φυσικό, πολλοί νεότεροι στοχαστές και φιλόσοφοι εκείνων των χρόνων, ανέπτυξαν θεωρίες και απόψεις που ήταν αντιδραστικές προς τις ιδεαλιστικές και αυτές χαρακτηρίζονται σαν "αφελής ή μηχανο­κρατικός υλισμός" (λ.χ. Μπύχνερ). Με τις πρώτες μεγάλες επι­στημονικές επιτυχίες, που ήρθαν να βάλουν όριο στις θρησκευτικές και θεολογικές απόψεις, όπως αυτές είχαν ριζώσει επί αιώνες στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό, μερικοί φιλόσοφοι έφτασαν μέχρι υποστηρίξουν ότι τα πάντα, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπινου πνεύματος, γίνονται με μηχανικές κινήσεις και από τους εξωτερικούς συνδυασμούς των ατόμων της άφθαρτης ύλης.

Η υλιστική θεώρηση των πραγμάτων, ενώ προσανατολίζει την αναζήτηση για την εξήγηση όλων των πραγμάτων και των φαινομένων στα ίδια τα πράγματα, κυριολεκτικά είναι μία προσγειωμένη, κοντόφθαλμη θεώρηση. Κάνει το άλλο βασικό λάθος να στερεί από ένα διαχρονικό νόημα την ύπαρξη του Σύμπαντος και της ζωής, αιτιολογώντας ολοφάνερα με ανεπαρκείς αιτίες κάτι που ανα­γνωρίζεται από τους φιλόσοφους της αντίθετης θεώρησης του ιδεαλισμού. Στον υλισμό πρέπει ν’ αναγνωρίσουμε την άλλη απλή και βασική αλήθεια, τη θέση του για την αυτοτέλεια του Σύμπαντος, η οποία, αν και νοημένη με ανακρίβεια (σαν αυθυπαρξία), επιλύνει το άστοχο πρόβλημα της δημιουργίας του από μία άλλη εξωτερική αδημιούργητη ύπαρξη και έτσι δεν κάνει «αναγωγή στην άγνοια», όπως την ονόμασε ο Σπινόζα. Ειδικά με τη σύμφωνη θέση του για τη δυνατότητα της γνώσης μέσα από την εμπειρία, για την αιτιότητα των πραγμάτων και για την άμεση σχέση της εσωτερικότητας με την ύλη, αναδεικνύει τον ορθολογισμό του και του επιτρέπει να εξηγεί τα πράγματα μέσα από την εμπειρική γνώση και όχι με αβάσιμες θεωρητικές συλλήψεις και με φαντασιοκοπία. Αλλά αυτός ο περιορισμός στην εξήγηση των πραγμάτων μέσα από τη γνώση των πιο άμεσα αντιληπτών τον παρασύρει στα γνωστά βασικά του λάθη, όπως η μισή αλήθεια.

Δεν έλειψαν οι φιλόσοφοι, οι οποίοι κατάλαβαν το πρόβλημα από τα πιο αρχαία χρόνια, όπως ο αρχαίος Έλληνας Παρμενίδης ο Ελεάτης (περίπου 515-440 π.Χ.) και οι μαθητές της σχολής του. Για να αιτιολογήσουν επαρκώς ένα αυθύπαρκτο Σύμπαν, χωρίς να καταφύγουν σε νέα, άγνωστα και ανεξήγητα πράγματα, τόλμησαν να υποστηρίξουν πως τίποτε δεν αλλάζει και το νέο πρόβλημα της ασυμφωνίας με την εμπειρία το έλυσαν απλά (ή μάλλον εύκολα), θεωρώντας την αλλαγή σαν φαινομενική και όχι πραγματική. Είναι γνωστά τα παράδοξα αληθοφανή συμπεράσματα, με τα οποία οι μαθητές του Παρμενίδη προσπάθησαν να αποδείξουν αυτή την άποψη (ότι δεν γίνεται καμία κίνηση). Στην ιστορία της φιλοσοφίας δεν έλειψαν οι απόψεις που είναι φανερά αντίθετες προς τις πληροφορίες των αισθήσεων και οι προσπάθειες να υποστηριχθούν οι πιο αντιφατικές απόψεις. Όμως, ιδιαίτερα στους μεταγενέστερους αιώνες ήταν αδιανόητο και αντιφατικό να υποστηρίξουν πως τα πράγματα αλλάζουν στην ίδια στιγμή που το σύνολό τους είναι σταθεροποιημένο, εφόσον θεωρούσαν σαν σύνολο μόνο τα συνυπάρχοντα πράγματα του σχετικού παρόντος προς το χρόνο της δικής μας ύπαρξης. Επίσης η αφηρημένη άποψη για την ουσία σαν ύλη και σαν έλλειψη ποιότητας από την οποία ξεκινούν να υπάρχουν όλα τα πράγματα, χρειάζεται την έννοια του χρόνου για να ερμηνευτεί ο κόσμος σαν σύνολο και σαν αποτέλεσμα από το συνδυασμό των δομικών στοιχείων.

Η εικόνα ενός κόσμου σε διαρκή μεταβολή ήταν μια παρατήρηση που μπορούσε ο καθένας να διαπιστώσει και η έννοια του χρόνου αναπόσπαστη από τη θεωρητική παρατήρηση και ένα βίωμα από την καθημερινή ζωή. Οι πιο μακρινές και οι πιο λεπτές παρατηρήσεις των πραγμάτων μέσω των σύγχρονων εργαλείων επίσης ενισχύουν την άποψη ενός κόσμου σε κίνηση και σε εξέλιξη. Αντιθέτως, οι σκέψεις που έχουν γίνει σε ολόκληρη την ιστορία της φιλοσοφίας, στην πιο επιτυχημένη περίπτωση υποστήριζαν τη σταθερότητα του κόσμου και την κυκλική εξέλιξη, όχι ωστόσο ένα αμετάβλητο σύμπαν τη στιγμή της δικής μας ύπαρξης. Δεν μπορούσαν να παρατηρηθούν φαινόμενα που να ενισχύουν αυτή την εκδοχή ενός "ταυτόχρονου" Σύμπαντος. Οι λογικές σκέψεις χρησιμοποιούσαν περισσότερο τη φαντασία ή οδηγούσαν σε αδιέξοδο και σε αντιφάσεις και στην εκτίμηση, ότι το φαινόμενο της αλλαγής είναι μια ψευδαίσθηση. Στην καλύτερη περίπτωση (όπως στη δυσνόητη φιλοσοφία του Χέγκελ), οι λογικές σκέψεις δεν μπορούσαν να συνδεθούν με τη γνωστή φυσική και να στηριχθούν σε παρατηρήσεις της εμπειρίας. Μόνο στις δεκαετίες του 20ού αιώνα, που έγιναν γνωστές ένας μεγάλος αριθμός από παρατηρήσεις της μικροφυσικής και της αστροφυσικής, έγινε δυνατή η ανανέωση της φιλοσοφικής σκέψης και λιγότερο τολμηρή η διατύπωση παράδοξων κοσμολογικών θεωριών.

Οι υλιστικές απόψεις είναι εξίσου εύκολο να εξαχθούν μέσα από την ανεξάντλητη εμπειρία και βρίσκουμε πολλές να έχουν διατυπωθεί στην αρχαιότητα. Ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος (περίπου 540-480 π.Χ.) δίδασκε ότι όλο το Σύμπαν είναι μία φωτιά, που ανάβει και σβήνει με όρια και έτσι μετατρέπεται σε αναρίθμητες μορφές και όλα τα πράγματα που δημιουργούνται στην ουσία πάντοτε είναι αυτή η ίδια, παρά τις όποιες αντιθέσεις τους. Ακόμα, όπως είναι γνωστό, είναι ο πιο αρχαίος φιλόσοφος ο οποίος ξεχώρισε σαν σημαντική για την περιγραφή του κόσμου, την παρατήρηση της διαρκούς μεταβολής όλων των πραγμάτων, μέχρι του σημείου να μην μπορούμε να μπούμε δύο φορές στο ίδιο ποτάμι !

Ο Εμπεδοκλής ο Ακραγαντινός (περίπου 490-430 π.Χ.) απόφυγε την άτοπη εξήγηση των Ελεατών για την αυταπάτη της αλλαγής, υποστηρίζοντας ότι όλα τα πράγματα δημιουργούνται από την ένωση και το χωρισμό τεσσάρων «ριζωμάτων», το νερό, τη γη, τον αέρα και τη φωτιά, ενώ το σύνολό τους διατηρείται το ίδιο. Για να εξηγήσει τη δυνατότητα του συνδυασμού στα ριζώματα, αυτό που τα μετακινεί, φαντάστηκε το «νείκος» και τη «φιλότητα». Παρόμοια, ο Αναξαγόρας ο Κλαζομενεύς (περίπου 500-428 π.Χ.), για να εξηγήσει πως τα πράγματα δημιουργούνται και φθείρονται από τα αρχικά άμορφα υλικά στοιχεία, από τα πολλών ειδών «σπέρματα», τα οποία όλα περιέχουν στην ποιότητά τους σε διαφορετικές αναλογίες, βρήκε σαν λύση ότι ο Νους (ή Διάνοια) είναι η πρώτη και ποιητική αιτία, η οποία υπάρχει σαν μία άλλη ουσία τελείως διαφορετική «μόνος αυτός με τον εαυτό του».

Η υλιστική θεωρία του Δημόκριτου του Αβδηρίτη (περίπου 460-370 π.Χ.) και του φίλου του Λεύκιππου (δε γνωρίζουμε τίποτε για τη ζωή του) προς στιγμή έμοιαζε πως θα επαληθευτεί από τις ανακαλύψεις της φυσικής του 19ου αιώνα. Η έννοια του για το άτομο έγινε κεντρική στην εξέλιξή της και χρησιμοποιήθηκε από επιστήμονες (όπως ο Νεύτων) με την ίδια σημασία. Η θεωρία του ατόμου από το Δημόκριτο και το Λεύκιππο είναι η συνεπέστερη υλιστική θεωρία, γιατί η έννοια της ύλης προσδιορίστηκε με πολλά από εκείνα τα γνωρίσματα, τα οποία θα είχε, αν ήταν πραγματικά η ουσία. Δηλαδή με τα περισσότερα γνωρίσματα που είχαν αποδώσει στο Είναι οι Ελεάτες φιλόσοφοι .Τις ποιότητες των πραγμάτων εξήγησαν από τον ποσοτικό συνδυασμό τους. Το ελάχιστο μέρος της ύλης, το «άτομο», ήταν αγέννητο, άφθαρτο, χωρίς κανένα κενό, απλό, αμερές, ενιαίο, αδιαίρετο. Με τη διαφορά ότι υπάρχουν απειράριθμα με διάφορα σχήματα και ότι κινούνται αδιάπαυστα μέσα στον κενό χώρο με απειράριθμους συνδυασμούς, δημιουργώντας έτσι απειράριθμους κόσμους μέσα από δίνες και στη συνέχεια όλες τις ποιότητες των πραγμάτων, ακόμα και τους θεούς.

Βέβαια, στην εξέλιξη της φυσικής του 20ου αιώνα η αφηρημένη έννοια του ατόμου και ο ελληνικός όρος χρησιμοποιείται σχετικά. Η ύλη αποδείχθηκε πιο περίπλοκη, με γνωρίσματα ασύλληπτα, ακόμα και για το σύγχρονο επιστήμονα, και οι συνδυασμοί των υλικών στοιχείων δεν είναι απλά αθροίσματα και αφαιρέσεις ή ένα εξωτερικό συνταίριασμα στο σχήμα (όπως θα έπρεπε να είναι, αν η ουσία δεν ήταν ποιοτική και συνολική). Το ίδιο το σχήμα από μόνο του θα ήταν ανεξήγητο, μετάθεση σε ένα ακόμα άλλο πρόβλημα.

 

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΕΠΟΜΕΝΗ

 

Go to Top