ΚΕΝΤΡΙΚΗ • ΕΠΑΝΩ • ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ 10

 

ΠΙΣΩ ΠΙΣΩ - ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ, ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

Σύντομη αναδρομή και σχολιασμός στις φιλοσοφικές προσπάθειες από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα

 

 

Υλισμός ή Ιδεαλισμός;

 

Ο Καρλ Κρίστιαν Φρίντριχ Κράουζε (Krause 1781-1832)-μαθητής του Φίχτε και του Σέλλινγκ- χρησιμοποίησε τον όρο «πανενθεϊσμός», για να υποδείξει μία «λεπτή» διαφορά ανάμεσα στις πανθεϊστικές θεωρίες. Σύμφωνα με αυτόν ο Θεός είναι η βασική ουσία όλων των πραγμάτων, αλλά δεν ταυτίζεται μ’ εκείνα. Πριν από τον Κράουζε ο Ιταλός Τζορντάνο Φιλίππο Μπρούνο (Bruno 1548-1600) υποστήριζε πως όλα τα πράγματα δημιουργούνται από μία ενιαία, απλή και άπειρη ουσία, από έναν απροσδιόριστο Θεό. Ο Μπρούνο ανέπτυξε ένα πανθεϊστικό υλοζωιστικό σύστημα, που δεν θύμιζε καθόλου τις χριστιανικές πεποιθήσεις. Όπως είναι γνωστό, αρνήθηκε να αποκηρύξει τις ιδιαίτερα τολμηρές απόψεις του και κάηκε στην πυρά ως αιρετικός από την Ιερά Εξέταση, παρά τις εκκλήσεις του προς τον Πάπα.

Πρωτότυπο πανθεϊσμό διατύπωσε και ο Σέλλινγκ (Friedrich Wilhelm Joseph Schelling). Αυτός είχε προσέξει πως δεν υπάρχει τίποτε πριν από το Θεό ή έξω του, αλλά τελείως αβάσιμα θεώρησε πως η βασική αιτία της ύπαρξής του βρίσκεται σαν κάτι σκοτεινό και ανεξάρτητο μέσα του - αντί να την ταυτίσει με την ίδια την ποιότητά  του,  όπως  συνηθιζόταν.  Υποστήριξε  πως  όλα  τα πράγματα έχουν την αρχή της ύπαρξής τους στην ίδια βασική αιτία και ενώ βρίσκονται μέσα στο Θεό, είναι ξεχωριστά και τελείως  διαφορετικά  από  αυτόν. Ο  Σέλλινγκ  είναι  ένας πανενθεϊστής. Ωστόσο, μέσα από αυτή τη διχαστική θέση του μπόρεσε  να  εξηγήσει  και  να  απαντήσει  σε  απορίες  και προβλήματα  άλλων  πανθεϊστικών  θεωριών. Κατάλαβε αφηρημένα πως ο Θεός περιέχει ταυτόχρονα μέσα του την αρχή της  γέννησής  του, μια σκέψη που δεν βγαίνει από την παρατήρηση των εξωτερικών πραγμάτων, αλλά μία τολμηρή σκέψη που μπορεί να δώσει τέλος στην a priori ατέρμονη αναζήτηση μιας αρχικής αιτίας, σε πάντοτε προγενέστερο χρόνο. Με την ίδια αυτή σκέψη, δεν στάθηκε στην έννοια του Θεού σαν μια πρώτη αρχή για την εξήγηση της φύσης, αφήνοντας ανεξήγητη την ύπαρξη του Θεού.

Το πλεονέκτημα αυτής της κεντρικής άποψης (για τη διαρκή δημιουργία του αυτοτελούς Θεού μέσα από το ίδιο τον Εαυτό του) ο Σέλλινγκ προσπάθησε να αξιοποιήσει στη θεωρία του, φυσικά χωρίς να εξηγήσει με ποια φαινόμενα ή με ποιες διαδικασίες επιτυγχάνεται αυτή η συνύπαρξη του Θεού με την υλική φύση. Δεν αναγνώρισε την πιο στενή σχέση που υπάρχει μεταξύ της εσωτερικής αρχής με την ποιοτική ουσία του, η οποία είναι σχετική σχέση πρώτης πραγματικότητας μέσα σε μία ανέκαθεν τελειωμένη και άμεση πραγματικότητα, σχετική έλλειψη ποιότητας μέσα σε μία άμεση αυτοτελή ποιότητα. Το νόημα της Βασικής Αιτίας που βρίσκεται μέσα στο Θεό σαν ένα μόνιμο ξεκίνημα της Ύπαρξής του, δεν αναλύθηκε περισσότερο, δεν συνδέθηκε με κάποιο ιδιαίτερο φυσικό φαινόμενο και αντιθέτως χρησιμοποιήθηκε σαν μια γενική έννοια που συνοψίζει το σύνολο της υλικής φύσης, χωρίς να μας λέει σχεδόν τίποτα για την υλική φύση. Με αυτή την παράληψη, ο Θεός περιγράφθηκε  σαν διχασμένος και διαφορετικός στην ουσία από μια άλλη πρώτη πραγματικότητα, την οποία περιείχε μέσα του. Τη διχαστική ασυνέπειά του την αναγνώρισε αργότερα ο Χέγκελ και ο τελευταίος προσέγγισε όσο κανένας άλλος στην εξήγηση αυτής της σχετικής σχέσης.

Ο Σέλλινγκ, παρατήρησε το πλεονέκτημα αυτής της πανθεϊστικής σκέψης, όπου ο Θεός περιέχει την υλική φύση όχι σαν ένα δικό του δημιούργημα, όχι σαν τρόπους ύπαρξης του μοναχικού εαυτού του (όπως ήταν στον Σπινόζα), ούτε σαν μια ξεχωριστή πραγματικότητα την οποία δεν έχει ανάγκη (όπως στη θρησκεία), αλλά σαν ένα απαραίτητο μέσο για να Είναι αυτός ένας αυτοτελής Θεός, χωρίς αυτός να είναι υπερφυσικός και χωρίς να χρειαστούμε να ψάξουμε μια εξωτερική αιτία ή μια προγενέστερη αρχή για την υλική φύση. Γιατί ο Σέλλινγκ επέλεξε αυτή τη πανθεϊστική λύση και ποια διαίσθηση τον ώθησε στην δυαρχική σύνθεση της θεωρίας του, αυτό φαίνεται καθαρά από το εξής χαρακτηριστικό γνώρισμα της φιλοσοφικής σκέψης του: Ο Σέλλινγκ, από την αρχή που διατυπώνει τις σκέψεις του για την ερμηνεία του κόσμου, δεν το κάνει περιορισμένος στο λεξιλόγιο με το οποίο αναφερόμαστε αποκλειστικά στα φυσικά φαινόμενα και με τις πιο γενικές έννοιες που εκφράζουν τα κοινά στοιχεία όλων των πραγμάτων. Δεν ξεχώρισε το ζήτημα της δημιουργίας της φύσης, από το ζήτημα για τη σχέση της φύσης με το Θεό και από το ζήτημα για τη σχέση του ανθρώπου μέσα στον κόσμο, έτσι όπως το έκαναν ή το επιχείρησαν άλλοι φιλόσοφοι, όπως ο Ντεκάρτ και ο Σπινόζα, τους οποίους σχολιάζει. Ξεκινάει με δεδομένο, ότι ο κόσμος δεν μπορεί να περιγραφτεί χωρίς να αναφερθούμε στο Θεό και στο πνεύμα, παρόμοια όπως έκανε στη φιλοσοφική θεωρία του ο Λάιμπνιτς. Επίσης, παρατηρούμε, ότι δεν επικεντρώνει τις σκέψεις του για να επιτύχει μια φυσική ερμηνεία του κόσμου και για να ερευνήσει συγκεκριμένα φυσικά φαινόμενα, αλλά για να επιτύχει να ερμηνεύσει την ελευθερία του ανθρώπου, την ύπαρξη του κακού και να συμβιβάσει την ύπαρξη της τάξης με τις δυνάμεις που εμφανίζονται να την καταλύουν. Ο Σέλλινγκ είναι από τους φιλόσοφους που ξεκίνησαν μια ερμηνεία του κόσμου ανάποδα από την αξίωση των φυσικών και των ερευνητών της φύσης, οι οποίοι ξεκινούν με δεδομένο ότι το φαινόμενο της ζωής και του πνεύματος είναι το τελευταίο ζήτημα που θα σκεφτούν και ξεκινούν με τις παρατηρήσεις για την κίνηση των υλικών πραγμάτων. Ο Σέλλινγκ αντίθετα, διαισθάνθηκε και παρατήρησε ότι η υλική φύση και ο κόσμος των εξωτερικών φαινομένων δεν υπάρχουν μόνο με μηχανικές σχέσεις μεταξύ τους και μόνο σαν τυχαία αποτελέσματα από την συνάντηση μεταξύ των πραγμάτων. Έλαβε πολύ σοβαρά το αρχαίο πρόβλημα για το χάσμα που φαίνεται να χωρίζει τα νεκρά πράγματα από τα ζωντανά πράγματα και θεώρησε ότι οι σχέσεις των φαινομένων και των υλικών πραγμάτων δεν δημιουργούνται καθαρά από τις μεταξύ τους κινήσεις και δράσεις, χωρίς τη μόνιμη και ρυθμιστική συμμετοχή του Θεού.

* Διαβάστε μερικά αποσπάσματα από το φιλοσοφικό έργο του Σέλλινγκ εδώ  

 

Από τις πιο εξελιγμένες πανθεϊστικές θεωρίες, οι οποίες προσέγγισαν στην ουδέτερη λύση, είναι του Σπινόζα και περισσότερο του Χέγκελ, από την οποία παρακινήθηκαν νεότεροι υλιστές φιλόσοφοι. Μπορούμε να αναγνωρίσουμε τη μεγαλοφυΐα στο μεγαλύτερο  αριθμό των φιλοσόφων όλων των  κατευθύνσεων. Μπορούμε να αναγνωρίσουμε την πρωτοτυπία των έργων τους, ακόμα και στα συγγενικά της ίδιας σχετικά κατεύθυνσης. Ότι υπήρξαν φιλόσοφοι, οι οποίοι κατάλαβαν γενικά ποια είναι η πραγματικότητα και έλυσαν σημαντικά προβλήματα. Αυτοί που προσέγγισαν περισσότερο στις απαντήσεις, τουλάχιστον για τα βασικά ζητήματα της αρχής των πραγμάτων, της ουσίας τους, της ουσίας της ύλης, της σχέσης ανάμεσα στην ύλη και τις σύνθετες ποιότητες, της σχέσης ανάμεσα στη ζωή και την πραγματικότητα, ταυτόχρονα με την πιο προσεκτική και συνεπή διατύπωση της θεωρίας τους, είναι ο Σπινόζα και ο Χέγκελ. Ποτέ ο άνθρωπος δεν έφθασε τόσο κοντά στη λύση του προβλήματος όσο στη Λογική του τελευταίου και από τότε απλώθηκε ένα σκοτάδι και μία φοβερή σύγχυση, την οποία τροφοδοτούν οι επιστημονικές ανακαλύψεις της νεότερης φυσικής.

  ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΕΠΟΜΕΝΗ

Go to Top