Βέδες (σανσκρ. βέδα, στην κυριολεξία:
γνώση). Το σύνολο των αρχαιότερων κειμένων που είναι γραμμένα στην αρχαία ινδική γλώσσα
(τη βεδική) και δημιουργήθηκαν από τα μέσα της 2ης π.Χ. χιλιετηρίδας έως τον 6ο π.Χ.
αιώνα. Η ονομασία "Βέδες" αντιστοιχεί στην αρχαία ελληνική λέξη "φιλοσοφία". Το
αρχαιότερο μέρος τους το αποτελούν τέσσερις "βέδες" : ύμνοι ("Ριγκ-βέδα"), τύποι θυσίας
("Γιαγιούρ-βέδα"), μελωδίες ("Σάμα-βέδα") και εξορκισμοί ("Ατάρβα-βέδα").
Η γνωστή σαν Ριγκ-βέδα συλλογή ύμνων, αποτελεί το αρχαιότερο στρώμα της Ινδικής
φιλολογίας που έχει διατηρηθεί. " Οι θεοί της Ριγκ Βέδα προβάλλουν μέσ' από κάποιαν
ομίχλη σαν προσωποποιήσεις φυσικών δυνάμεων και φαινομένων- ιδιαίτερα του ήλιου, του
κεραυνού, της αυγής, της φωτιάς, και του ιερού μεθυστικού σόμα". Οι "Βέδες"
αποτελούν μεγάλο κεφάλαιο ιδεών, στις οποίες κατέφευγαν οι ινδοί
στοχαστές, όλη τη διάρκεια της ιστορίας της ινδικής φιλοσοφίας.
Τις βέδες
συνοδεύουν τα βράχμαν (ή οι βραχμάνες), σχόλια των βεδικών κειμένων που αναφέρονται ιδιαίτερα στην
ερμηνεία του ιερού νοήματος των ιεροτελεστιών και πριν απ' όλα των θυσιών. "Στις
Βραχμάνες οι θεοί της Ριγκ Βέδα σβήνουν σε μια καταχνιά ασημαντότητας. Η τάση της
συγχώνευσης διαφορετικών θεοτήτων γίνεται εδώ ακόμα πιο έντονη, ιδιαίτερα με τη
δεσπόζουσα θέση που αποκτά ο θεός Πραζαπάτι, που τώρα παρουσιάζεται σαν κύριος όλων των
πλασμάτων και δημιουργός του σύμπαντος. (...) Τα κείμενα αυτά ενσωμάτωναν το πιο
αχαλίνωτο είδος θεωρητικού στοχασμού, που έμενε αδέσμευτο από ιστορικές ή φιλολογικές
γνώσεις, ή από ξεκάθαρα ορισμένες παραδοσιακές θεολογικές έννοιες".
Το τελικό
μέρος από τις "Βέδες" (Βεδάντα, όπως λέγεται), το αποτελούν οι "Ουπανισάδες", που είναι
κείμενα θρησκευτικού και φιλοσοφικού χαρακτήρα.
Στις "Ουπανισάδες" διαμορφώνονται σημαντικές
έννοιες, όπως βράχμα και άτμαν, ρίτα, σάτγια, ντάρμα,
κάρμα, μόσκα, μπχάβα και αμπχάβα,
μάγια, αβίντγια και άλλες, που έπαιξαν κεντρικό ρόλο στο μεταγενέστερο
Ινδουισμό. Εξετάζονται επίσης τα προβλήματα της κοσμογονίας, της
εσχατολογίας, της θεολογίας, της διδασκαλίας για τη σωτηρία, της δημιουργίας των όντων
και οι θεωρίες της γνώσης (το πρόβλημα του Είναι, του πραγματικού και του φαινομενικού
χαρακτήρα του εγώ και του απόλυτου, των πηγών της γνώσης κ.λπ.). Στις "Ουπανισάδες"
επίσης υπάρχουν η αντίληψη για το παγκόσμιο πνεύμα, η θεωρία της αιτιότητας εφαρμοσμένη
στα ζωντανά όντα, η διδασκαλία για τη μετεμψύχωση και προτείνονται πρακτικοί τρόποι για
την απαλλαγή από το κακό και τις δοκιμασίες. Η μορφή των Ουπανισάδων δεν αναπτύσσεται με
συστηματικό τρόπο, ενώ η δογματική τους υφή αλλάζει σημαντικά από κείμενο σε κείμενο. Οι
θυσίες και οι ιερατικές λειτουργίες υποβαθμίστηκαν και σαν σκοπός της θρησκευτικής ζωής
πρόβαλλε η "φώτιση", όπου μπορούσε κανείς να οδηγηθεί. όχι με την άψογη τέλεση
ιερουργικών πράξεων, αλλά με τη βοήθεια μιας εσωτερικής γνώσης. Για την απόκτηση αυτής
της αληθινής γνώσης, χρειαζόταν η διδασκαλία και η ασκητική πρακτική. Το κορύφωμα, όμως,
της εσωτερικής γνώσης ήταν μια μυστική εμπειρία που δεν μπορούσε να τη μεταδώσει ο
λόγος.
Βεδάντα (σανσκρ., στην κυριολεξία: τέλος των
"Βεδών", δηλαδή το τελευταίο στάδιο της περιόδου των "Βεδών", που εκπροσωπείται από τις
"Ουπανισάδες"). Είναι το γνωστότερο και επικρατέστερο σύστημα της αρχαίας ινδικής
θρησκευτικής και φιλοσοφικής σκέψης και η φιλοσοφική βάση του Ινδουισμού. Με την πλατιά
έννοια της λέξης είναι το σύνολο των θρησκευτικών και φιλοσοφικών σχολών που
καλλιέργησαν τη διδασκαλία για το βράχμαν και το άτμαν (την ταυτότητα του απόλυτου -
βράχμαν με το υποκείμενο που το κατανοεί, δηλαδή το άτμαν, η ψυχή του ατόμου, ενότητα
που πραγματοποιείται στη διαδικασία της γνώσης και οδηγεί στη λύτρωση). Κατά περιόδους,
η βεδάντα δανείστηκε και ανέπτυξε ορισμένα στοιχεία από την πούρβα-μιμάμσα, τη σαμκύα,
ακόμα και από το βουδισμό, που ήταν ο κυριότερος αντίπαλος της βεδάντα. Ταυτόχρονα, η
βεδάντα άσκησε μεγάλη επίδραση σε όλες τις άλλες κατευθύνσεις της ινδικής σκέψης... Οι
ρίζες της βεδάντα ξεκινούν από τη μονιστική διδασκαλία του ύστερου βεδισμού για την
ενότητα, την πουρούσα, για την κοσμική φλόγα (τάπας), τη δημιουργία του κόσμου κ.λπ.
(ύμνοι της τελευταίας, δέκατης "Ριγκ-βέδα). Μεγάλο μέρος από τις ιδέες και τα
γεγονότα που τελικά βρήκαν τη γραπτή τους έκφραση, διατηρήθηκαν με προφορικό τρόπο επί
αιώνες πριν την έλευση του Βούδα τον 6ο π. Χ. αιώνα.
" Οι στόχοι της Βεδικής
θρησκείας είχαν καθαρά επίγειο χαρακτήρα: η ευημερία, η μακροζωία και η καλή υγεία ήταν
οι αμοιβές που θά 'πρεπε να περιμένει κανείς από τις καλές του σχέσεις με τους θεούς. Οι
Βραχμάνες ελάχιστα διέφεραν σ' αυτό το σημείο: απλώς συμπλήρωναν τις υλικές αμοιβές με
την υπόσχεση ότι η μ' όλους τους τύπους τέλεση θυσιών μπορούσε να εξασφαλίσει τη
μετενσάρκωση σ΄ένα αθάνατο σώμα. Αλλ' οι Ουπανισάδες περιφρονούσαν τις απλές επίγειες
χαρές, και θεωρούσαν την προσωπική εκμηδένιση μες στο παγκόσμιο Βράχμα σαν την υπέρτατη
αμοιβή της θρησκευτικής ζωής. Θα 'ταν αλόγιστη η διατύπωση εικασιών γύρω από τις αιτίες
που έφεραν μια τέτοια αλλαγή, όταν τόσο λίγα πράγματα είναι γνωστά για την αρχαία Ινδική
κοινωνία. (...) Βαθύ σκοτάδι τυλίγει, την πριν από το 500 π.Χ. ιστορία της Ινδίας. Τα
αρχαιολογικά δεδομένα παρουσιάζουν πολλά χάσματα, κι ως πρόσφατα ακόμα, η έρευνα γύρω
από το φιλολογικό υλικό που 'χει τις ρίζες του σ' αυτή την περίοδο διακρινόταν για τον
μάλλον στενό φιλολογικό της χαρακτήρα. Οι ύμνοι και τα τελετουργικά κείμενα που
περιέχονται στις Βέδες και τη συγγενική τους φιλολογία, λιγοστό φως ρίχνουν πάνω σε
γεγονότα γύρω από τα οποία ο ιστορικός θα ήθελε νά 'χει περισσότερες πληροφορίες.
Υπάρχουν βέβαια, τα επικά ποιήματα και τα βιβλία "παραδόσεων" όπου επιζούν βασιλικές
γενεαλογίες και ηρωικά ιστορήματα, μα τα έργα αυτά δεν απέκτησαν τη σημερινή τους μορφή
παρά μόνο ύστερα από την έλευση της Χριστιανικής εποχής (...) Η πριν από τους χρόνους
του Βούδδα (έτος θανάτου γύρω στο 485 π.Χ.) η θρησκευτική ιστορία της αρχαίας Ινδίας,
δεν μπορεί να τοποθετηθεί ικανοποιητικά μέσα σ΄ ένα ακριβές χρονολογικό πλαίσιο".
[σ196, 205, 209 ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, William H. McNeill,
εκδόσεις Παρασκήνιο)
" Ο Ινδοϊσμός/Βραχμανισμός
δεν είναι μια θρησκεία που έχει θεμελιωθεί από μια ορισμένη προσωπικότητα. (...)
Αντίθετα με το Βουδισμό ή τον Χριστιανισμό και τον Ισλαμισμό, ο Ινδοϊσμός δεν μοιάζει μ'
έναν κήπο που φυτεύθηκε από έναν άνθρωπο, σύμφωνα μ' ένα σχέδιο καλά μελετημένο, κι
ύστερα αποπερατώθηκε από τους διαδόχους του, αλλά μάλλον σαν ένα παρθένο δάσος όπου
διαφορετικές προσωπικότητες, σε διάφορες εποχές, προσπάθησαν να κατευθύνουν την
ακανόνιστη ανάπτυξή του, χαράζοντας νέους δρόμους (...)
Εξ αιτίας της ποιότητος της
θρησκείας του Ινδοϊσμού ο οποίος έχει "αναπτυχθεί" σιγά - σιγά και δεν έχει "ιδρυθεί"
προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο Ινδοϊσμός δεν έχει ένα δογματισμό σταθερά διαγεγραμμένο με
την έννοια που τον έχουν ο Βουδισμός και οι θρησκείες της ιστορικής αποκαλύψεως του
Θεού. Πραγματικά δεν επιβάλλει στους οπαδούς του ούτε την πίστη σ' έναν υπέροχο θεό ο
οποίος εδημιούργησε μ' ένα τρόπο τέλεια καθορισμένο τον κόσμο και τον κυβερνά, κι ο
οποίος εμφανίστηκε μέσα στην ιστορία σαν ένας νομοθέτης και πήρε για μια μόνο φορά μια
γήινη μορφή, ούτε κι επιβάλλει την άρνηση της υπάρξεως ενός προσωπικού οδηγού του κόσμου
όπως πρεσβεύει ο Βουδισμός. Αντίθετα, εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τον καθένα
προσωπικά να είναι άθεος, πανθεϊστής ή θεϊστής, ή να θεωρεί τον Βισνού ή τον Σίβα ως τον
οδηγό του κόσμου. Επίσης δεν υπάρχει καμμιά θεωρία καθορισμένη όσον αφορά την προέλευση
του κόσμου ή τα υλικά ή άυλα συστατικά του, την φύση της ψυχής και τις σχέσεις της με το
σώμα κλπ., η οποία να επιδιώκει ν' αποκτήσει ένα χαρακτήρα υποχρεωτικό για όλους. Οι
πράξεις δεν υπόκεινται σε καμμιά ρητή εντολή που να είναι απαραίτητο να την τηρούν όλοι
". [σ24,25,
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ του H. De Glasenapp (ελλ.
Χέλμουθ ντε Γκλάζεναπ ), μετάφραση Νικηφόρου Βρετάκου, εκδόσεις Βιβλιοαθηναϊκή ]
" Είναι λοιπόν γεγονός, αυτό
που από πρώτη όψη μοιάζει παράξενο, ότι ο Ινδοϊσμός δεν έχει δόγματα γενικά
αναγνωρισμένα από όλους για το θεό, τον κόσμο, την ψυχή κλπ. και τα οποία όπως συμβαίνει
με τα χριστιανικά δόγματα, προϋποθέτουν το αν θα ανήκει κανείς ή όχι σ' αυτή θρησκεία.
(...) Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτές οι πεποιθήσεις οφείλουν απαραιτήτως να τοποθετούνται
στο ίδιο επίπεδο με τα δόγματα του Χριστιανισμού και του Ισλαμισμού. Μια πιο βαθιά
εξέταση δείχνει ότι ένα σύνολο σταθερά διαγεγραμμένο από μεταφυσικές ηθικές και
κοινωνικές πεποιθήσεις είναι κοινό σ' όλους τους Ινδούς, και ότι αυτές αποτελούν το
σταθερό και αδιάσειστο υπόβαθρο πάνω στο οποίο υψώνεται αυτό το πολύμορφο σύστημα με όλα
του τα πολυποίκιλα δόγματα και τις διάφορες ρήσεις ". [σ27,28,
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ του H. De Glasenapp (ελλ.
Χέλμουθ ντε Γκλάζεναπ ), μετάφραση Νικηφόρου Βρετάκου, εκδόσεις Βιβλιοαθηναϊκή ]
Πηγές και διασταύρωση πληροφοριών:
(Κ. Ιλίτσεφ Λ. Φ.,
Φεντοσέγιεφ Π. Η. της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ, “Φιλοσοφικό Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό”,
εκδόσεις. “Κ. Καπόπουλος”, 1985)
Μπαγκαβατ Γκιτα (το θείο
τραγούδι), εκδόσεις Δωδώνη 1983
Μπαγκαβαντ Γκιτά και Σρι
Ισοπανισαντ, έκδοση Σουάμι Πραμπουπάντα (1980 και 1978).
Βέδες, εκδόσεις Δωδώνη
(1978).
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ του H. De
Glasenapp (ελλ. Χέλμουθ ντε Γκλάζεναπ ), μετάφραση Νικηφόρου Βρετάκου, εκδόσεις
Βιβλιοαθηναϊκή
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, William H.
McNeill, εκδόσεις Παρασκήνιο.
L. Bernard, Παγκόσμια
Μυθολογία, εκδόσεις Γ. Μέρμηγκας.
Σουάμι Βιβεκανάντα, Γιόγκα, εκδόσεις Δίβρης,
Αθήνα 1978
|