|
HTML ΣΕΛΙΔΑ 2
Η άγνοια και η αδιαφορία για έναν επαρκή σκοπό στη ζωή ήταν από τα πρώτα σημάδια της κατωτερότητας των ανθρώπων και του αποπροσανατολισμού τους. Παράλληλα διαπίστωνα αποσπασματικά μία αντίθετη ροπή των ανθρώπων, να επιζητούν, να ενδιαφέρονται και να διανοούνται πολλά για τις σχέσεις και τις δραστηριότητές τους. Όλες αυτές οι ξεχωριστές διαπιστώσεις από την καθημερινή εμπειρία μου έδειχναν, πως οι άνθρωποι δεν περιορίζονται μόνο στην αυτοσυντήρησή τους, πως ξεχώριζαν τον εαυτό τους και στρέφονταν «έξω» στα αισθητά για να απολαύσουν με χίλιους δύο τρόπους, όπως και για να επιλύσουν τα προβλήματά τους. Το κοινό γνώρισμα που ξεχώρισα καθαρά από αυτή τη συμπεριφορά τους με τις λεπτομέρειές της και από τις απόψεις τους ήταν ο κακός εγωισμός, τον οποίο ξεχώρισα με τη λέξη "εγωκεντρισμός". Ο εγωκεντρισμός σήμαινε την τελείως αντίθετη ροπή του ανθρώπου να προσκολλάται, να περιορίζεται στα εξωτερικά του πράγματα, να ζει έτσι «τυχαία» σαν παρασυρμένος, με εξωτερικές αξίες και στόχους και να αρκείται στην έμμεση εξύψωσή του μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον. Αναγνώριζα την άμεση σχέση του εγωκεντρισμού με την άγνοια και την αδιαφορία για έναν επαρκή σκοπό, χωρίς να έχω καταλάβει από την αρχή ποιο από τα δύο φαινόμενα οδηγεί στο άλλο. Η άγνοια και η αδιαφορία οδηγούσαν στην εγωκεντρική συμπεριφορά ή αντιθέτως η εγωκεντρική συμπεριφορά και οι εγωκεντρικές επιθυμίες προκαλούν και συντηρούν την άγνοια, απορούσα. Διαπίστωνα αποσπασματικά την ατέλεια στη ζωή, πως ο άνθρωπος ζει με περιορισμένη γνώση και αντίληψη μέσα στο περιβάλλον του και εξαναγκασμένος να συμπεριφέρεται σαν παρασυρμένος, παρά τη μεγάλη άγνοια και τις πλάνες του (στο εξής, αισθησιοκρατικός τρόπος ζωής). Ωστόσο, χωρίς να έχω αναγνωρίσει αμέσως και συνοπτικά, πώς συνδέονται όλα αυτά μαζί (η εξωτερική και εγωκεντρική δράση με την άγνοια και την πλάνη) από την πρώτη στιγμή της ζωής του με αναπόφευκτο τρόπο. Στο ξεκίνημα των φιλοσοφικών αναζητήσεων μου σε νεαρή ηλικία, εξηγούσα αυτές τις παρατηρήσεις σα να ήταν μόνο αποτελέσματα της μεγάλης του θεωρητικής άγνοιας, διότι έβρισκα κάποια σχέση ανάμεσα στις απόψεις ενός ανθρώπου και στον τρόπο ζωής του. Ο αισθησιοκρατικός και εγωκεντρικός τρόπος ζωής ήταν το αποτέλεσμα της άγνοιας και της αδιαφορίας για έναν επαρκή σκοπό και η σκέψη αυτή με έκανε να πιστεύω σαν ονειροπόλος, ότι θα μπορούσαμε να αλλάξουμε εύκολα την κοινωνία, απλώς και μόνο με την πνευματική καλλιέργεια των πολιτών. Αρχικά τότε, με τις πρώτες φιλοσοφικές σκέψεις εκείνης της ηλικίας, δεν είχα αναγνωρίσει το γενικό περιορισμό του ανθρώπου και την εξάρτηση της εσωτερικής και της διανοητικής ύπαρξης του ανθρώπου από την υλική και βιολογική του ύπαρξη. Μετά από αυτή την παρατήρηση θα έπρεπε να συμπεράνω τις εγωκεντρικές "προδιαγραφές" της και μαζί την τεράστια άγνοια του ανθρώπου και τις αυταπάτες, που προκαλούν την εγωκεντρική συμπεριφορά του. Χρειάστηκαν μερικά χρόνια για να ξεχωρίσω καθαρά, πώς συνδέονται οι διάφορες εμπειρικές διαπιστώσεις μου για την εγωκεντρική συμπεριφορά με τον αισθησιοκρατικό τρόπο ζωής και θεώρησης και με την αδιαφορία για έναν επαρκή σκοπό της ζωής. Και όσο δεν είχα εξηγήσει τον περιορισμό της διάνοιας στα αισθητά σαν συνέπεια του ευρύτερου περιορισμού του ανθρώπου από την αρχή της ύπαρξής του, δεν αναγνώριζα την αναγκαιότητα της αισθησιοκρατικής και εγωκεντρικής συμπεριφοράς. Για να γίνει αυτή η ευρύτερη αναγνώριση της αναπόφευκτης αισθησιοκρατικής συμπεριφοράς, της άγνοιας και της πλάνης και πώς συνδέονται όλα αυτά μαζί από την αρχή της ζωής, έπρεπε να έχω αναπτύξει και τις κοσμολογικές απόψεις μου. Έπρεπε να έχω συμπεράνει γενικότερα, την ατέλεια της ζωής μέσα στο χωρόχρονο σε αντίθεση με τη σταθερότητα του αυτοτελούς Σύμπαντος (το οποίο θεωρούσα από τότε, πως έχει νοημοσύνη και επίγνωση του εαυτού του), να έχω συμπεράνει την ταυτότητα της ζωής και της εσωδιανοητικής παρουσίας με τον υλικό φορέα της (με το σύνολο του βιολογικού οργανισμού και μαζί με τους μικροσκοπικούς υλικούς φορείς του) και τη σχετικότητα του νοήματος της ζωής, αφού η ζωή αποκαλύπτει σχετικά, έμμεσα, εξωτερικά (δηλαδή με υλικό τρόπο) την αμετάβλητη (και ά-μεση) ύπαρξη της Συμπαντικής Διάνοιας.
Με την "ατέλεια" εννοώ ότι η ανθρώπινη ζωή – όπως και κάθε άλλη –δεν αποσκοπεί σε κανένα ξεχωριστό σκοπό και ότι γενικότερα ο σκοπός της Ζωής είναι η ίδια η Ζωή με όλες τις δυνατές εμπειρίες της. Δεν μπορούμε να υπάρχουμε χωρίς υλική αλληλεπίδραση, δεν γνωρίζουμε ποτέ επαρκώς, δεν είμαστε οι αποκλειστικοί υπαίτιοι της συμπεριφοράς μας και διαμορφώνουμε πολλές μεροληπτικές απόψεις. Στις παραπάνω γενικές απόψεις για την ανθρώπινη ζωή και στη σχέση της ατέλειας με την εγωκεντρική συμπεριφορά, έφθασα τότε, με τη μακροχρόνια θεωρητική επεξεργασία των εννοιών στη βάση της κεντρικής άποψης, ότι ακόμα δεν έχει επιτελεστεί ένας επαρκής σκοπός τουλάχιστον εδώ στη γήινη πραγματικότητα και δεν φαίνεται απαραίτητη μία τέτοια επιδίωξη για την ύπαρξη της ζωής. Δηλαδή, στις απόψεις αυτές για την ατέλεια της ζωής δεν έφθασα τότε με την τεράστια γνώση που προσφέρει η επιστήμη και με το μορφωτικό μου επίπεδο, ούτε με τη συστηματική μελέτη της συμπεριφοράς ενός μεγάλου αριθμού ανθρώπων. Από την παρατήρηση στη συνηθισμένη και καθημερινή εμπειρία κατάλαβα, ότι η εσωτερική ατέλεια του ανθρώπου ξεκινάει από την αρχή της περιορισμένης ύπαρξής του, ότι σχετίζεται με όλη τη βιολογική ύπαρξή του, ότι είναι πιο πολύπλοκο φαινόμενο και όχι ένα απλό θεωρητικό πρόβλημα. Ότι δεν είναι μόνο ένα ζήτημα θεωρητικής γνώσης και διδασκαλίας ή μόνο ένα διανοητικό πρόβλημα. Κατάλαβα, ότι οι συνέπειες του υλικού περιορισμού μας είναι πιο τρομακτικές και σημαντικές απ’ όσο υπολόγιζα, όταν στοχαζόμουν για τη ζωή σαν ήταν μόνο ένα άϋλο εσωτερικό φαινόμενο με τη δυνατότητα να αλλάξει τη συμπεριφορά όπως επιθυμεί. Η ανάπτυξη αυτών των απόψεων με προσγείωνε και με οδήγησε να αποδεχτώ αναγκαστικά, θέλοντας και μη, την ύπαρξη των αντιθέτων απόψεων και τρόπων ζωής και να δικαιολογήσω ως ένα όριο τον αισθησιοκρατικό τρόπο ζωής!* Ενώ μέχρι τότε είχα μία ακραία θεοκεντρική άποψη για τον προορισμό της ζωής, η οποία μου επέβαλλε την απόρριψη όλων των άλλων επιδιώξεων και σαν μοναδική επιδίωξη να μοιάσουμε στον "εσωστρεφή" Θεό, περιορίζοντας όσο γίνεται τις εξωτερικές μας δραστηριότητες. Η ύπαρξη διαφορετικών ποιοτήτων ζωής, εμπειρίας, πολιτισμικής εξέλιξης προϋποθέτουν εξαρχής να μην είμαστε οι επαρκείς αιτίες του εαυτού μας και της συμπεριφοράς μας, να μη γνωρίζουμε αρκετά ή πάντοτε, να μην αντιλαμβανόμαστε την ίδια ακριβώς κοινωνική και ευρύτερη πραγματικότητα, να μη συμπεριφερόμαστε με τους ίδιους λόγους και τελικά να είμαστε διαφορετικοί και να έχουμε πολλές διαφορές ακόμα και στις απόψεις μας. Με άλλα λόγια, σκεφτόμουν, ότι η τελειότητα ήταν μόνο για έναν, ενώ η ύπαρξη των πολλών προϋποθέτει να μην είναι θεοί και αντιθέτως να έχουν άπειρα ελαττώματα (στο σώμα, στη ψυχή και στη σκέψη). Με το πέρασμα του χρόνου συνήθιζα αυτή την όχι ευχάριστη άποψή μου για τον προορισμό της ζωής και ολοένα λιγότερα ανέμενα από την Παγκόσμια Διάνοια!
* Έτσι, ανέπτυξα μια ρεαλιστική ηθική θεωρία με εσωτερικό προσανατολισμό, η οποία πέτυχε να ξεχωρίσει το ζήτημα της ηθικής από το ζήτημα της προοπτικής στο μέλλον και από την αβάσιμη αντίληψη που καλλιεργούν συνήθως οι θρησκείες, ότι πρέπει να απαρνηθούμε την ανθρώπινη φύση μας και να ρυθμίζουμε τη ζωή μας σύμφωνα με τις απαιτήσεις του θεού ή της θρησκείας. Η άποψη για την ύπαρξη του Θεού δεν επιβάλει και έναν θεοκεντρικό τρόπο ζωής.
|