|
HTML ΣΕΛΙΔΑ 3
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ & ΔΙΑΝΟΙΑΕιδικά όταν πρόσεξα με το δικό μου ιδιαίτερο τρόπο τι κάνει τον άνθρωπο να διαφοροποιείται από όλα τα άλλα ζώα, τότε κατάλαβα την απεριόριστη και διαρκή επίδραση της διανοητικής δραστηριότητας στη ζωή. Κατάλαβα ακόμα τι είναι η ίδια η ζωή σαν εσωτερικό φαινόμενο και πώς η γνώση συνδέεται με την ηθική και την κοινωνικότητα. Μπορούσαν να εξηγηθούν με ενιαίο τρόπο όλα τα φαινόμενα συμπεριφοράς του ανθρώπου και κάθε άλλης μορφής ζωής και οπουδήποτε μέσα στο Σύμπαν. Αρκούσε να προσέξει κάποιος ποια δυνατότητα στο εσωτερικό του ανθρώπου του επίτρεπε να ξεχωρίσει από όλα τα άλλα ζώα! Ο άνθρωπος διαθέτει την άμεση δυνατότητα να διατηρεί και να επεξεργάζεται τα δεδομένα των αισθήσεων και να μην περιορίζεται σε αυτά. Τα περισσότερα δεδομένα των αισθήσεων χάνονται αν δεν υπάρχουν τα αντίστοιχα πράγματα, χωρίς τους ίδιους τρόπους επίδρασης και χωρίς τους ίδιους συσχετισμούς μας με το περιβάλλον. Με τη διατηρημένη εμπειρία και τη γνώση των εξωτερικών πραγμάτων, αυτός μπορεί να καθορίζει και να κατευθύνει τις εξωτερικές πράξεις του και να αυτο-επηρεάζεται, χωρίς εκείνα να είναι παρόντα στις αισθήσεις του και χωρίς να υπάρχουν ή να τον επηρεάζουν πραγματικά. Αυτή η σταθερή δυνατότητα διατήρησης των δεδομένων και επεξεργασίας ξεχωρίζει τον άνθρωπο από όλα τα άλλα ζώα, εσωτερικά και εξωτερικά. Διαφορετικά αυτός θα επηρεαζόταν μόνο από έξω του σαν ένα νεκρό πράγμα ή μόνο από τις αισθήσεις σαν ζώο και θα συμπεριφερόταν πιο τυχαία, απλά, χωρίς συνέχεια και όχι δημιουργικά. Όχι μόνο δεν υπάρχει πράξη, που να μην επηρεάζεται από την προηγούμενη εμπειρία και τη μνήμη του ανθρώπου, αλλά αυτός δεν θα μπορούσε ούτε να πράξει δημιουργικά και με πιο σύνθετο τρόπο. Κατά συνέπεια ούτε θα μπορούσε να κατευθύνει και να διαμορφώσει ο ίδιος ο άνθρωπος την εμπειρία του με τις εξωτερικές δραστηριότητές του και να διαφοροποιηθεί στον εσωτερικό κόσμο του - ο οποίος δεν αφήνει ανεπηρέαστη την υλική βιολογική ύπαρξή του. Φανταστείτε, λοιπόν, πόσες δυνατές εμπειρίες μπορούν να διαμορφωθούν και με πόσους τρόπους μπορούμε να αυτο-επηρεαστούμε αναλόγως σε ποιο περιβάλλον βρισκόμαστε, τι αντιλαμβανόμαστε, τι διατηρούμε στη μνήμη και στην προσοχή, πώς αλλάζουμε τα δεδομένα των αισθήσεων με τις κινήσεις μας, πώς συσχετίζουμε τα δεδομένα που διατηρούνται στη μνήμη, πώς μας επηρεάζουν συναισθηματικά και σε ποιες κινήσεις μας οδηγούν. «Οι εξωτερικές επιδράσεις δε θα ήταν δυνατό να σημαίνουν κάτι, αν δεν προϋπήρχε κάτι, το οποίο έχει άμεσα μια σημασία. σ. 245 (...) Αν δεν προϋπάρχει μια άμεση εννόηση, δεν μπορεί να προσληφθεί εξωτερική γνώση (...) Γι' αυτό και, ειδικότερα, δεν αντιλαμβανόμαστε ποτέ ανεξάρτητα από την ποιότητα και τις δυνατότητες του εαυτού μας σε κάθε στιγμή. σ. 248 (...) Το έξω επηρεάζει και διαμορφώνει διαρκώς το έσω και αντιστρόφως. σ. 342 (...) Η διάνοια σχετίζεται άμεσα με όλες τις γνωστικές δραστηριότητες από την αρχή τους με την πρώτη αίσθηση και είναι η ουσία της ζωής, ο λεγόμενος εσωτερικός κόσμος. σ. 401 (…) Δεν υπάρχει πρώτα η ζωή ή μία αδιανόητη εσωτερική ύπαρξη και μετά η γνώση. Ούτε μπορεί να διαμορφωθεί εσωτερικός κόσμος χωρίς καμία γνώση, γιατί αυτά τα δύο είναι ταυτόσημα, αλληλοεξηγούνται και το ένα χωρίς το άλλο δεν υπάρχει. Η γνώση δε βρίσκεται μόνο με τη μορφή των διαμοιρασμένων αφηρημένων εννοιών στις λέξεις και στα σύμβολα. Είναι η ουσία του εσωτερικού κόσμου, την οποία εξωτερικεύουμε με ήχους και με όλες τις πράξεις. Με τη δυνατότητα της διατήρησης των εξωτερικευμένων και αποσπασματικών εννοιών διαμέσου της γλώσσας αυτός μπορεί να αυτοδιαμορφώνεται. σ. 257 (…) Ο λόγος, για τον οποίο δεν αναγνωρίζεται η άμεση διανοητική δραστηριότητα ή η γνώση σαν ουσία της ζωής και ξεχωρίζεται σαν ένα μόνο από τα πολλά γνωρίσματα του εσωτερικού κόσμου, ο λόγος είναι ότι περιορίζουμε την έννοια της γνώσης στα πιο αφηρημένα νοήματα της γλώσσας. Ενώ η γνώση είναι η γλώσσα της πραγματικότητας, η οποία μέσα στο σχετικό χρόνο αρχίζει σαν ελλιπής, εξωτερική και περιορισμένη από τις αισθήσεις». σ. 259 [1] Ψυχή, εσωτερικός κόσμος και εμβιότητα δεν υπάρχει χωρίς καμία μορφή γνώσης και χωρίς κανένα τρόπο εσωτερικής πρόσληψης και διανόησης. Η γνώση αρχίζει με τη δυνατότητα να αισθανόμαστε, με την πρόσληψη εξωτερικών στοιχείων και με τη δυνατότητα να προσέχουμε τις σχέσεις μέσα στα δεδομένα των αισθήσεων. Αυτό είναι γνωστό. Αυτό που εξήγησα και πρόσθετα με τον τρόπο μου είναι, ότι η δυνατότητα αυτής της πρώτης γνώσης δεν είναι έξω από μία προηγούμενη μορφή γνώσης, δεν είναι χωρίς καμία προηγούμενη γνώση, μέσα σε κάτι "ψυχικό". Η γνώση συνεχίζεται με τη διατήρηση κάποιων στοιχείων και τελικά στον άνθρωπο αναπτύσσεται απεριόριστα με το συσχετισμό και τη γλωσσική διατήρηση των δεδομένων, με τη μορφή της εμπειρίας. Φυσικά δεν λείπει ο εξωτερικός (βιολογικός) φορέας με τον οποίο η γνώση δημιουργείται και διατηρείται μέσα στη διαμορφωμένη ύλη. Με τη φωνή είναι δυνατός ένας από τους πολλούς τρόπους εξωτερίκευσης. Με την ανθρώπινη γλώσσα των ήχων γίνεται δυνατό να εξωτερικεύουμε ακόμα περισσότερα απ’ όσα βρίσκονται εσωδιανοητικά μας αλλά και να τα επεξεργαζόμαστε. Αν όμως όσα βρίσκονται μέσα μας μπορούσαν να εξωτερικευτούν μόνο με τη γλώσσα των ήχων, τότε δε θα χρειαζόταν να πράξουμε με κανέναν άλλο τρόπο, ούτε πιο έμμεσα και δημιουργικά. Με την ευρύτερη συμπεριφορά μας εξωτερικεύουμε πολλά περισσότερα. Εξωτερικεύουμε μεταβιβασμένη εμπειρία από τους προγόνους μας και διατηρημένες δικές μας εμπειρίες, ενώ με την επεξεργασία τους καθορίζουμε διαρκώς τη συμπεριφορά μας και μας προσφέρουν δυνατότητες για εξωτερική δράση με πολλούς τρόπους.
Τώρα καταλαβαίνετε πόσο διαρκής και σημαντική είναι η σχέση της γνώσης, του στοχασμού, των απόψεων και της εμπειρίας με όλη τη ζωή μας; Σχεδόν όλες οι δραστηριότητες του ανθρώπου και η διάθεσή του δημιουργούνται και επηρεάζονται διαρκώς από τη διατηρημένη εμπειρική γνώση του και από τους στοχασμούς του πάνω σε αυτήν. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ως το σημείο να συμπεριφέρεται και να ενεργεί περισσότερο επηρεασμένος από το έσω του παρά από εκείνα, τα οποία αντιλαμβάνεται πραγματικά έξω του. Το μέσα μας, η εμπειρία και ο τρόπος που διανοούμαστε δεν παύει να μας επηρεάζει ούτε στην αναπαραγωγική μας πράξη. Ακόμα και όταν επιθυμούμε να ηρεμήσουμε αποσπασμένοι από τις καθημερινές δραστηριότητές μας σε έναν ήσυχο τόπο, χωρίς να στοχαζόμαστε τίποτε, ακόμα και αυτό για να το επιτύχουμε πρέπει να χρησιμοποιήσουμε την εμπειρία μας, να διανοηθούμε και να «αφαιρεθούμε» από πολλές αισθητές επιδράσεις. «Η σχετική έλλειψη δημιουργικών και πολλών αυτοκαθορισμένων δραστηριοτήτων από τα ζώα και ο περιορισμός της συμπεριφοράς τους στην πιο άμεση αντίληψή τους είναι η εμπειρική απόδειξη για τη σημασία της λογικής δυνατότητας να συγκεντρώνουμε τη γνώση, να στοχαζόμαστε πάνω της και να καθορίζουμε τις πράξεις μας». σ. 352. Αλλά ακόμα και αν δεν αποδεχτούμε, ότι η γνώση δημιουργείται με πολλές μορφές και ότι το σύνολο της διανοητικής δραστηριότητας είναι ταυτόσημο με αυτό το εσωτερικό, το οποίο ονομάζουμε ψυχή, η τεράστια σημασία της για την ανθρώπινη ζωή δεν μειώνεται. Μπορούμε να δείξουμε τη σημασία της γνώσης και της διάνοιας, χωρίς να συμφωνήσουμε με αυτή την τόσο ευρεία έννοια της γνώσης.
Έτσι, ο αισθησιοκρατικός προσανατολισμός, ο περιορισμός της προσοχής στα αισθητά και η ροπή για απόλαυση από τον εξωτερικό κόσμο (με έμμεσο τρόπο) φάνηκε καθαρά πιο επικίνδυνος και αδιέξοδος στον άνθρωπο. Διότι, η συμπεριφορά του δεν καθοριζόταν μόνο από τα αισθητά της κάθε στιγμής και από τα πιο κοντινά του πράγματα. Ο ίδιος ο άνθρωπος συνκαθόριζε και κατεύθυνε διαρκώς τη συμπεριφορά του και επενεργούσε έξω του μαζί με τον εμπειρικά διαμορφωμένο εσωτερικό του κόσμο και με τις διανοητικές πράξεις του στα διατηρημένα δεδομένα. Χωρίς, ωστόσο, να γνωρίζει την ευρύτερη πραγματικότητα, χωρίς να γνωρίζει τις δυνατότητες των πραγμάτων, όλες τις σχέσεις τους, όλους τους τρόπους που συνδέονται, χωρίς να ξεχωρίζει πάντοτε την πραγματικότητα και χωρίς να είναι αλάνθαστος. Με λίγα λόγια, ο άνθρωπος συνκαθορίζει την εμπειρία και την πορεία του στη ζωή όχι μόνο με γνώση, αλλά μαζί με τεράστια άγνοια και με πλάνη. Αυτό το φαινόμενο το ονόμασα παράνοια ή διανοητικό αποπροσανατολισμό, γιατί η διανοητική δραστηριότητα δε γινόταν μόνο με γνώση, χωρίς λάθη και διαρκώς αξιόπιστα. Διαφωνεί κανένας για αυτή τη διανοητική ατέλεια ή ανεπάρκεια;
«Ο άνθρωπος σαν ένα μέρος προσδιορισμένο, εξαρτημένο, επηρεασμένο και διαμορφωμένο με εξωτερικές επιδράσεις είναι αναγκασμένο ν’ αντιλαμβάνεται και να γνωρίζει τη σχετική πραγματικότητα. σ. 429 (…) Περιορισμός, έλλειψη αυτοτέλειας και επαρκούς γνώσης σημαίνει εξαναγκασμός σε διανοητικές δραστηριότητες, γνωστικός περιορισμός της διάνοιας, εσωτερικός αποπροσανατολισμός, τυχαία εμπειρία, απροσεξία, εγωκεντρικές δραστηριότητες και παρασυρμένη συμπεριφορά». σ. 415 (1998) Ο περιορισμός της ύπαρξης αντανακλάται και στην ανθρώπινη διάνοια και η ανεπάρκεια της διάνοιας μας αποκαλύπτεται με την άγνοια και την πλάνη μέσα στη γνώση. «Η αδυνατότητα να καταστρέψουμε τις αυταπάτες μας, να γνωρίζουμε την άγνοιά μας, να μην κάνουμε συλλογιστικά λάθη, να γνωρίζουμε την ίδια πραγματικότητα, να ζήσουμε προσανατολισμένοι και σε τελική ανάλυση σαν επαρκείς αιτίες του εαυτού μας, με μία λέξη η παρανοϊκότητα είναι η γενική και αναπόφευκτη εσωδιανοητική ατέλεια, καθορισμένη με την εσωτερική σημασία της». σ. 354. Δεν μπορούσα να τα διατυπώσω πιο εύστοχα απ’ όσο έγινε αυτό αργότερα στη δημοσιοποιημένη πραγματεία. Η σχέση της γνώσης και του τρόπου που διανοούμαστε με όλη την ζωή μας είναι διαρκής και πολύπλοκη. Γι’ αυτό και αντιθέτως, η ανεπάρκεια της διάνοιας και η άγνοια έχουν το ίδιο τεράστια σημασία για τη ζωή.
[1] Όλα τα αποσπάσματα στα οποία αναφέρεται ένας αριθμός σελίδας συμπεριλαμβάνονται στη δημοσιευμένη διατύπωση των απόψεών μου, η οποία έγινε το έτος 2000 με τον τίτλο «Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ».
|