ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ

(Από τις πρώτες φιλοσοφικές σκέψεις)

 

 HTML ΣΕΛΙΔΕΣ   1,  2,  3,  4,  5,  6,  7,  8,  9,  10,  11,  12,  13,  14,  15,  16,  17,  18,  19,  20 

 

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ "ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ" ΣΥΜΠΑΝ

 

  Πώς είναι δυνατόν, η Ζωή να οδηγείται προς την αυτογνωσία, την αμερο­ληψία, την απεξάρτηση, την αυτάρκεια, την ηρεμία, την απαλλαγή από τον εγωκεντρισμό με τον εσωτερικό προσανατολισμό της; Πώς γίνεται αντιθέτως να απομακρύνεται από αυτά και η πραγματικότητα να δίνει την απάντηση στον εγωκεντρικό τρόπο αντίληψης και ζωής; Πώς γίνεται να αναδεικνύεται μία διαχρονική Ηθική μέσα από την εξέλιξη της ύλης, η Ζωή από μόνη της να είναι άμεσα και διανοητικά χρήσιμη για τον εαυτό της, δηλαδή να έχει άμεσα αξία σαν αυτοσκοπός, να δίνει νόημα στον εξωτερικό υλικό κόσμο και τελικά ο άνθρωπος να μην μπορεί να αξιοποιήσει πιο πέρα τη ζωή του με την άγνοια, το ψέμα, την πλάνη και την αδικία; Γιατί η πραγματικότητα δείχνει από μόνη της, ότι η Ζωή έχει συμφέρον από τη γνώση, την αλήθεια, το δίκαιο και την αποτροπή του εγωκεντρισμού, χωρίς να είναι αναγκαίο να γνωρίσουμε ή να μιλήσουμε για το Θεό;

Αυτό βέβαια δεν είναι τυχαίο. Διότι ο Θεός είναι η Παγκόσμια Διάνοια, η εσωτερική «Ζωή» του αυτοτελούς Σύμπαντος και αυτή δεν είναι ξεχωριστή ή αποσπασμένη από την υλική εξωτερική μας πραγματικότητα. Αντιθέτως, απο­καλύπτεται σαν ένα μέρος μέσα στο χρόνο και στο χώρο διαμέσου της ύλης και ένα μέρος από την Παγκόσμια Διάνοια απο­καλύπτεται με τον άνθρωπο!

«Μέσα στο χρόνο όλα γίνονται και είναι έμμεσα σαν μέρη, χωρίς μία επαρκή εξωτερική αιτία, πάντοτε με ελλείψεις, αλλά είναι εκ των προτέρων και επαρκώς δικαιολογημένα από το άμεσο σύνολό τους με άμεσο – εσω­διανοητικό τρόπο. σ. 386 (…) Ο Θεός είναι ο κοινός και αυτοτελής Εαυτός μας, ο οποίος εμείς σχετικά έμμεσα δεν είμαστε και γι’ αυτό δεν έχουμε τέλεια αυτογνωσία ούτε τέλεια άγνοια. σ. 388 (…)

Ο Θεός είναι η εσωτερική αρχή που προσδιορίζει τις συνέπειες με αμερόληπτο τρόπο και όχι μονομερώς, μόνο από μερικές εξωτερικές αιτίες. Τα πράγματα δε δημιουργούνται και δε συνδέονται με απομονωμένες σχέσεις φυσικής, χημείας, αστρονομίας, οικονομίας, γενικά των εξει­δικευμένων επιστημών, γιατί είναι άμεσα μέρη μίας σύνθετης αυτο­καθορισμένης ύπαρξης, από την αυτοτέλεια και την αυτογνωσία της οποίας εξαρτώνται οι ειδικότερες σχέσεις στις υλικές – έμμεσες αλλη­λεπιδράσεις. σ. 338 (…) Η επαρκής αιτιο-δικαιολόγηση της ύπαρξής τους έχει γίνει άμεσα – εσωτερικά από το Θεό και αυτή δεν είναι ο άμεσος σκοπός τους. Στην ουσία εκείνα είναι ο ίδιος ο Θεός σαν ατελής μέσα στο χώρο και στο χρόνο. Αντιστρόφως, ο Θεός είναι ο αυτοτελής και κοινός Εαυτός τους». σ. 337

Η Παγκόσμια Διάνοια δεν ενεργεί σαν αποσπασμένη από το Σύμπαν και άυλα για να φαίνεται με τον τρόπο που επιθυμούμε. Είναι η κοινή ουσία, η σύνθετη ποιότητα του Σύμπαντος, με την οποία γίνονται όλα τα πράγματα μέσα στο χώρο και στο χρόνο σαν εξωτερικά, καθένα σε σχέση με τα άλλα. «Με άλλα λόγια η σχετική έμμεση εξέλιξη αντιστοιχεί και αποκαλύπτει την ανέκαθεν ποιοτική αμεσότητα, δηλαδή τη Συμπαντική Διάνοια». σ. 294

Οι δυνατότητες των πραγμάτων, οι ελλείψεις τους μέσα στο χρόνο και το χώρο τα κάνουν να φαίνονται σαν ξεχωριστά και πολλά, ενώ αυτά αποτελούν στιγμές ενός και του ίδιου Σύμπαντος, μιας και της ίδιας σύνθεσης, μέσα στα όρια ενός συνολικού Χρόνου. Είμαστε μέρη της Παγκόσμιας Διάνοιας σε μία περιορισμένη στιγμή και η δική μας δράση είναι συγχρόνως και δική της.

Όμως, η δράση μας και η πορεία μας στη ζωή δεν εξαρτάται μόνο από τον περιορισμένο εαυτό μας, όπως και τα αποτελέσματά της πιο έμμεσα. Εξαρτώνται και από τα υπόλοιπα πράγματα, τα οποία για εμάς είναι ξεχωριστά, συνδέονται έμμεσα και έξω από τα όρια του εαυτού μας, αλλά είναι ξανά στιγμές και δράσεις της ίδιας Παγκόσμιας Διάνοιας. Εδώ κρύβεται και αναδεικνύεται ο ρόλος της, ο ρόλος του Θεού: στον συν­προσδιορισμό του αποτελέσματος και στην «παρεμβολή» της τύχης. Οι συνέπειες δεν προσ­διορίζονται ποτέ μονομερώς και ενώ η ακολουθία τους γίνεται τυχαία και πιο έμμεσα, δεν παύει να γίνεται έτσι όπως είναι δυνατό και όπως επιτρέπεται σε κάθε στιγμή.

«Όλα τα πράγματα είναι μέσα στην προηγούμενη αμεσότητα της αυτο­προσδιορισμένης Συμπαντικής Ποιότητας, στην ουσία είναι ο ίδιος ο Θεός σαν ατελής μέσα στο χρόνο και στο χώρο και έτσι σχετικά υπάρχουν, ενεργούν και γίνονται σαν εξωτερικά μέρη με την προκαθοριστική (ηθική-εσωτερική) αρχή της αυτοτέλειας και της αυτογνωσίας. Όχι μόνο με τις αφηρημένες σχέσεις της φυσικής, της χημείας, της αστρονομίας ή ευρύτερα των εξειδικευμένων επιστημών. σ. 241 (…) Ο Θεός είναι η πάντοτε προηγούμενη αρχή της ενότητας, της αμεσότητας και της συνθετότητας στις έμμεσες αλλη­λεπιδράσεις των υλικών φορέων. είναι η κοινή πραγματικότητα η οποία υπάρχει άμεσα – εσωτερικά και όχι εξωτερικά προσδιορισμένη. σ. 276 (…)

Η ανηθικότητα, η αδικία, η καταστροφή, γενικά οι απο­σταθερο­ποιητικές συνέπειες είναι ταυτόχρονα απόδοση δικαιοσύνης και συμβάλλουν σ’ αυτή. σ. 384 (…) Η πολλαπλότητα των πραγμάτων υπάρχει σχετικά και εξωτερικά με την έλλειψη, την εξάρτηση, τη διαφορά, την αστάθεια, στη στιγμή που το κοινό σύνολό τους έχει γίνει πριν από τη δική τους στιγμή και έτσι αποτελεί την κοινή ουσία, την άμεση ή διανοητική αρχή της σχετικής ύπαρξής τους». σ. 336

Με τέτοια έννοια για το Θεό, έπαψα να το νιώθω σαν να ήταν εξωτερικά μας και να ενεργεί απότομα, επιλεκτικά, ανεπηρέαστα από τις εξωτερικές μας εξελίξεις, χωρίς υλικό διάμεσο και μόνο στο δικό μας χρόνο. Όλα γύρω μας είναι το σώμα του Θεού και ένα μέρος της εσωτερικής ποιότητάς του είναι η δική μας. Είμαστε, μικροί, ατελείς θεοί, όπως οι αρχαίοι θεοί του Ολύμπου.

Για να εξηγηθούν τα αδιέξοδα και τα προβλήματα του αισθησιο­κρατικού προσα­νατολισμού, αλλά και για να μη φθάσουμε στο άλλο άκρο να επιζητάμε μία εσωτερική τελειότητα, που δεν μπορούμε να επιτύχουμε (διότι δεν μπορούμε να αποκοπούμε από τον αισθητό κόσμο), χρειάζονται οι ανακαλύψεις γύρω από τα κοσμο­λογικά ζητήματα. Η αναγκαιότητα της ατέλειας της Ζωής δικαιολογεί την αισθησιο­κρατική δρα­στηριότητα και εξαναγκάζει σε εξωτερικές δραστηριότητες. Αλλά με τη δυνατότητα του εσωτερικού προσα­νατολισμού στον άνθρωπο απο­καλύπτεται το αδιέξοδό της και της βάζει κάποια όρια.

Για να εξηγηθεί επαρκώς αυτή η αντίθεση της ανάγκης να ενεργούμε σαν περιορισμένοι βιολογικά και εσωδιανοητικά με την άλλη ανάγκη, να προσα­νατολιστούμε και να αξιοποιήσουμε εσωτερικά περισσότερο τη ζωή μας, πρέπει να εισέλθουμε σε πιο δυσνόητα ζητήματα, γύρω από την εξέλιξη του Σύμπαντος, τη σχέση του με το Θεό και την εμφάνιση της ζωής.

Οι απαντήσεις που έχω δώσει σε αυτά τα ζητήματα [1] μου εξήγησαν τέλεια την ατέλεια της ζωής και ευτυχώς δεν οδηγήθηκα σε μία μονομερή άποψη του προορισμού της και κατά συνέπεια σε έναν άδικα καταπιεστικό τρόπο ζωής, επιδιώκοντας μία ουτοπική εσωτερική τελειότητα. Συγχρόνως, τα συμπεράσματα από τις κοσμολογικές απόψεις δίνουν το απο­τελειωτικό χτύπημα σε πολλές αισθησιο­κρατικές, υλιστικές και εγωκεντρικές απόψεις για τον προορισμό της ζωής και τις ηθικές αξίες. Ήταν πέρα από τις προσδοκίες μου να δικαιολογηθεί και να εξηγηθεί η ατέλεια της Ζωής, χωρίς την οποία δε θα ήταν δυνατή η εξέλιξη και το νόημα της ξεχωριστής ύπαρξής της.

 

ΠΙΣΩ   ΕΠΟΜΕΝΗ

 


[1] Περισσότερες λεπτομέρειες διασώθηκαν στο τελικό αποτέλεσμα των πρώιμων προσπαθειών και της ανάπτυξης των απόψεών μου, το οποίο εκδόθηκε με τον τίτλο «Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ». Ένα πλήθος από τυχαίες και αποσπασματικές διαπιστώσεις στην εμπειρία και ένα πλήθος από ξεχωριστές εξηγήσεις μπορούν ν’ αποκαλυφθούν γρήγορα και όχι τυχαία. Μπορούν μέσα από το συσχετισμό λίγων συνοπτικών απόψεων και εννοιών και με τη δυνατότητά μας να γνωρίζουμε τα πράγματα μέσα από την ανακάλυψη σχέσεων και ομοιοτήτων στα πλησιέστερα της εμπειρίας μας. Αυτό επεδίωξα να αποδείξω σ’ εκείνο το βιβλίο.