|
ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΞΗΓΟΥΝΤΑΙ "ΠΑΚΕΤΟ"
Επεξεργαζόμουν ξεχωριστά μία ενιαία θεωρία για το χρόνο, το χώρο και την ύλη με κεντρική άποψη τη σταθερότητα του συνόλου των υλικών πραγμάτων στο σύνολο ενός και του ίδιου Χρόνου. Γι’ αυτό, μετά από μερικά χρόνια ανάπτυξης, το καλοκαίρι του 1995, την ξεχωριστή αυτή θεωρία την ονόμασα με τον εύστοχο ειδικό τίτλο «Θεωρία του Τελειωμένου Χρόνου». Από την ανάπτυξη των απόψεων για την αρχή του Σύμπαντος και από την παρατήρηση ομοιοτήτων στις έννοιες οδηγήθηκα στις σχέσεις για τα άλλα βασικά ζητήματα περί της ύπαρξης του Θεού και της αρχής της Ζωής. Εάν αυτές τις σχέσεις τις συμπεριλάβουμε στην ίδια διατύπωση με τη φυσική ερμηνεία του Σύμπαντος, τότε η θεωρία γίνεται ενιαία για το χρόνο, το χώρο, την ύλη και τη διάνοια, όπως έχω βάλει για υπότιτλο (στο βιβλίο Η Θεολογία της Επιστήμης, εκδόσεις Δωδώνη, ©2000, ISBN 960-385-019-5). Μετά από τρία χρόνια (1998), όταν ετοιμαζόμουν να δώσω το χειρόγραφο βιβλίο για φωτοτυπίες και για τύπωμα στον εκδοτικό οίκο, επιχείρησα τότε για μία ακόμα φορά να εμπλέξω και να ερμηνεύσω ορισμένα γνωστά φυσικά φαινόμενα και παρατηρήσεις από το χώρο της νεότερης φυσικής και να αναζητήσω θεωρητικά τις σχέσεις που έχουν μεταξύ τους, στη βάση της δικής μου κεντρικής άποψης. Φαινόμενα όπως η βαρύτητα, η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, η ασυνέχεια στη μεταβίβαση της ενέργειας, η σχέση ενέργειας-ύλης, η ύπαρξη των πολλών γαλαξιών, η Μεγάλη Έκρηξη, ορισμένες απλές εξισώσεις και τα νεότερα δεδομένα από το χώρο της φυσικής. Οι αφηρημένες έννοιες με τις οποίες διατύπωνα τη θεωρία μου για το Σύμπαν, μου αποκάλυπταν απρόσμενα πολλές σχέσεις στις έννοιες και στις εμπειρικές ανακαλύψεις εκείνου του ειδικού χώρου. Τότε μπόρεσα να αναπτύξω και να εξηγήσω ακόμα περισσότερο την ενιαία θεωρία μου για το χρόνο, το χώρο και την ύλη και ο ειδικός τίτλος «Θεωρία του Τελειωμένου Χρόνου» συμπληρώθηκε πολύ εύστοχα και επεξηγηματικά αλλά τότε διστακτικά: «και της σχετικότητας της ενέργειας». Από την προσπάθεια αποσαφήνισης που ακολούθησε μετά την έκδοση της πραγματείας μου, την ονομάζω και «Θεωρία του Τελειωμένου Συνολικού Χρόνου ή Θεωρία του Ταυτόχρονου Σύμπαντος».
Η προσωπική προσπάθεια να αναμιχθεί η φυσική με τη φιλοσοφία και να αναζητηθούν απαντήσεις στα ερωτήματα της πρώτης, η προσπάθεια αυτή γινόταν ανέκαθεν με ενδιαφέρον και με ευχαρίστηση. Στη μακροχρόνια διαμόρφωση της φιλοσοφικής ερμηνείας της φύσης, χρησιμοποιούσα και επεξεργαζόμουν κατά κόρο έννοιες όπως η κίνηση, ο χρόνος, η ενέργεια, η ύλη, η απόσταση, οι οποίες ήταν καλά ριζωμένες στο χώρο της φυσικής. Όμως, η ιδιαίτερα κακή σχέση μου με τα μαθηματικά περιόριζε την προσπάθεια στην παρατήρηση, στην ερμηνεία και στην κατανόηση των φαινομένων, χωρίς τον υπολογισμό των μεγεθών και την εφαρμογή των τύπων, όπως το επιχείρησα πολλά χρόνια αργότερα. Η θεωρία που διατύπωσα εξηγεί με τον ίδιο τρόπο και συσχετισμένα πολλά διαφορετικά και σημαντικά ζητήματα, τα οποία υπήρξαν συμπτωματικά το ίδιο δυσεπίλυτα και άμεσα εξαρτημένα στο χώρο της φιλοσοφίας. Αυτό δεν είναι τυχαίο, όπως εξήγησα και είναι αξιοπρόσεκτο. Οι απόψεις που διαμόρφωσα γύρω από τα βασικά ζητήματα της φιλοσοφίας και ο τρόπος που τα συσχέτισα θέτουν πάνω σε νέα βάση αυτά τα μεγάλα ζητήματα. Ακόμα και η έννοια του όρου «γνώση» επαναπροσδιορίζεται και αναδεικνύεται με μεγαλύτερη σημασία, (αφού η γνώση συνδέθηκε με τη δυνατότητα της αφαίρεσης που γίνεται όχι μόνο μέσα στην ανθρώπινη σκέψη, αλλά από τις ίδιες τις αισθήσεις και από την ίδια την ύλη, που βρίσκεται σαν έλλειψη πραγματικότητας μέσα στην ολοκληρωμένη πραγματικότητα του ά-μεσου Σύμπαντος). Ανακαλύφθηκαν σχέσεις ταυτότητας ανάμεσα στη γνωστική δραστηριότητα, στην εσωτερικότητα, στην αρχή της ζωής, στην αισθητικότητα, στη σταθερότητα του άμεσου και αυτοτελούς Σύμπαντος και σχέσεις μεταξύ της ταυτόχρονης παρουσίας του Σύμπαντος, του "κενού" χώρου και του συγχρονισμού των υλικών στοιχείων που δημιουργούν το εσωτερικό φαινόμενο (την αμεσότητα) της ζωής. Συγχρόνως, επεξηγήθηκε η δυνατότητα της έμμεσης αλληλεπίδρασης μέσα στο χρόνο, της εξωτερικότητας και η σχετική αρχή του Χρόνου με τους υλικούς φορείς. Τα ερωτήματα: Γιατί αρχίζει η ζωή; Ποια η σχέση της με την ύλη; Τι είναι η ύλη και τι η ζωή; Έχει αρχή δημιουργίας το σύνολο της ύλης; Υπάρχει Θεός και ποια η σχέση του με τη ζωή και με τον υλικό κόσμο; Αυτά τα βασικά ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν και να εξηγηθούν με συνέπεια σαν άσχετα το ένα από το άλλο. «Ο αποπροσανατολισμός και ο διχασμός της φιλοσοφίας ως τώρα σχετίζεται με το κοινό λάθος των φιλοσόφων να θεωρούν τη ζωή και το χρόνο σα μία ακόμα ουσία ή σαν ποιότητα διαφορετική από την ίδια την ουσία των πραγμάτων. Με συνέπεια ν’ αντιπαραθέτουν τη γενική έννοια της ουσίας με αυτήν της διάνοιας – δηλ. την έμμεση και την άμεση ύπαρξη – και μετά να διαφωνούνε ως προς τη χρονική στιγμή της δημιουργίας τους και ως προς την ουσιαστικότητά τους. Η διαβεβαίωση για τη συνολική αντίθεση ή διαφορά τους και για την προτεραιότητα της ύπαρξης του ενός από το άλλο είναι εξίσου αδιέξοδη και στις δύο θεωρήσεις». σ. 294 Στη θεωρία του Τελειωμένου Συνολικού Χρόνου, [2] εκτός από τα ξεχωριστά συμπεράσματα, την ενιαία αιτιολόγηση πολλών διαφορετικών φαινομένων και τις διαπιστώσεις ορισμένων σχέσεών τους, αποδεικνύεται η βασική κοσμολογική άποψή για τη σταθερότητα του Σύμπαντος. Αυτή η άποψη βρίσκεται σε αντίθεση με την διαδεδομένη και πιο αναγνωρισμένη θεωρία των τελευταίων δεκαετιών, της Μεγάλης Έκρηξης. Το Σύμπαν (στο σύνολό του) δεν ξεκίνησε από κάποια Μεγάλη Έκρηξη, αντιθέτως υπήρχε ανέκαθεν και ήταν το ίδιο! Όπως έχω εξηγήσει, ο σχετικός χρόνος δεν αποκλείει να υπάρχει ένας κοινός. Παρόμοια, όπως οι διαφορετικές απόψεις ενός πράγματος δεν προέρχονται κατ’ ανάγκην από τη δική του αστάθεια και δεν αποκλείουν την περίπτωση, το πράγμα αυτό να είναι συγχρόνως με πολλούς τρόπους και με όλες τις διαφορετικές απόψεις, που εμείς προσέχουμε σε διαφορετικές στιγμές, από διαφορετικές θέσεις και με διαφορετικό τρόπο. Ένα Σύμπαν «άπειρα μικρό», με «μηδενικές διαστάσεις», με «άπειρη θερμοκρασία, πίεση και πυκνότητα», με κάποιον ανεξήγητο τρόπο δημιουργείται από μία συμπυκνωμένη ποσότητα ενέργειας. Από το τίποτε αρχίζει να υπάρχει ο χρόνος και ο χώρος και να δημιουργείται ποιότητα και μορφή από τυχαίες και ανεξήγητες ποσοτικές αλληλεπιδράσεις. Αυτή είναι η πασίγνωστη κοσμολογική θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης την οποία διατυπώνουν με μαθηματικά, αλλά με τη στενόμυαλη περιφρόνηση προς τη φιλοσοφική ανάλυση και το συσχετισμό των γενικών εννοιών, τις οποίες ωστόσο χρησιμοποιούν με υπερβολική άνεση για να υπερβούν την προσγειωμένη εμπειρία τους. Παρά τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις, η φιλοδοξία υπερέχει της αξιοπιστίας τους και του θάρρους ν’ αμφισβητήσουν!
[2] Τη θεωρία αυτή συνέχισα να αναπτύσσω, να αποσαφηνίζω, να απλουστεύω και να συνοψίζω ξεχωριστά από τα υπόλοιπα ζητήματα, μετά από την πρώτη δημοσίευσή της.
|