Γιατί η πραγματικότητα δείχνει από μόνη της, ότι η ζωή έχει συμφέρον από τη γνώση, την αλήθεια, το δίκαιο και την αποτροπή του εγωκεντρισμού, χωρίς να είναι αναγκαίο να γνωρίσουμε ή να μιλήσουμε για το Θεό; Αυτό βέβαια δεν είναι τυχαίο. Διότι ο Θεός είναι η Παγκόσμια Διάνοια, η εσωτερική «Ζωή» του αυτοτελούς Σύμπαντος και αυτή δεν είναι ξεχωριστή ή αποσπασμένη από την υλική εξωτερική μας πραγματικότητα. Αντιθέτως, αποκαλύπτεται σαν ένα μέρος μέσα στο χρόνο και στο χώρο διαμέσου της ύλης και ένα μέρος από την Παγκόσμια Διάνοια αποκαλύπτεται με τον άνθρωπο!
«Μέσα στο χρόνο όλα γίνονται και είναι έμμεσα σαν μέρη, χωρίς μία επαρκή εξωτερική αιτία, πάντοτε με ελλείψεις, αλλά είναι εκ των προτέρων και επαρκώς δικαιολογημένα από το άμεσο σύνολό τους με άμεσο – εσωδιανοητικό τρόπο.
σ. 386 (…)
» Ο Θεός είναι ο κοινός και αυτοτελής Εαυτός μας, ο οποίος εμείς σχετικά έμμεσα δεν είμαστε και γι’ αυτό δεν έχουμε τέλεια αυτογνωσία ούτε τέλεια άγνοια.
σ. 388 (…)
» Ο Θεός είναι η εσωτερική αρχή που προσδιορίζει τις συνέπειες με αμερόληπτο τρόπο και όχι μονομερώς, μόνο από μερικές εξωτερικές αιτίες. Τα πράγματα δε δημιουργούνται και δε συνδέονται
με απομονωμένες σχέσεις φυσικής, χημείας, αστρονομίας, οικονομίας, γενικά των εξειδικευμένων επιστημών, γιατί είναι άμεσα μέρη μίας σύνθετης αυτοκαθορισμένης ύπαρξης, από την αυτοτέλεια και την αυτογνωσία της οποίας εξαρτώνται οι ειδικότερες σχέσεις στις υλικές – έμμεσες αλληλεπιδράσεις.
σ. 338 (…)
» Η επαρκής αιτιο-δικαιολόγηση της ύπαρξής τους έχει γίνει άμεσα – εσωτερικά από το Θεό και αυτή δεν είναι ο άμεσος σκοπός τους. Στην ουσία εκείνα είναι ο ίδιος ο Θεός σαν ατελής μέσα στο χώρο και στο χρόνο. Αντιστρόφως, ο Θεός είναι ο αυτοτελής και κοινός Εαυτός τους».
σ. 337
Η Παγκόσμια Διάνοια δεν ενεργεί σαν αποσπασμένη από το Σύμπαν και άυλα για να φαίνεται με τον τρόπο που επιθυμούμε. Είναι η κοινή ουσία, η σύνθετη ποιότητα του Σύμπαντος, με την οποία γίνονται όλα τα πράγματα μέσα στο χώρο και στο χρόνο σαν εξωτερικά, καθένα σε σχέση με τα άλλα.
«Με άλλα λόγια η σχετική έμμεση εξέλιξη αντιστοιχεί και αποκαλύπτει την ανέκαθεν ποιοτική αμεσότητα, δηλαδή τη Συμπαντική Διάνοια». σ.294 Οι δυνατότητες των πραγμάτων, οι ελλείψεις τους μέσα στο χρόνο και το χώρο τα κάνουν να φαίνονται σαν ξεχωριστά και πολλά, ενώ αυτά αποτελούν στιγμές ενός και
του ίδιου Σύμπαντος, μιας και της ίδιας σύνθεσης, μέσα στα όρια ενός συνολικού Χρόνου.
Είμαστε μέρη της Παγκόσμιας Διάνοιας σε μία περιορισμένη στιγμή και η δική μας δράση είναι συγχρόνως και δική της. Όμως, η δράση μας και η πορεία μας στη ζωή δεν εξαρτάται μόνο από τον περιορισμένο εαυτό μας, όπως και τα αποτελέσματά της πιο έμμεσα. Εξαρτώνται και από τα υπόλοιπα πράγματα, τα οποία για εμάς είναι ξεχωριστά, συνδέονται έμμεσα και έξω από τα όρια του εαυτού μας, αλλά είναι ξανά στιγμές και δράσεις της ίδιας Παγκόσμιας Διάνοιας. Εδώ κρύβεται και αναδεικνύεται ο ρόλος της, ο ρόλος του Θεού: στον συνπροσδιορισμό του αποτελέσματος και στην «παρεμβολή» της τύχης. Οι συνέπειες δεν προσδιορίζονται ποτέ μονομερώς και ενώ η ακολουθία τους γίνεται τυχαία και πιο έμμεσα, δεν παύει να γίνεται έτσι όπως είναι δυνατό και όπως επιτρέπεται σε κάθε στιγμή.
«Όλα τα πράγματα είναι μέσα στην προηγούμενη αμεσότητα της αυτοπροσδιορισμένης Συμπαντικής Ποιότητας, στην ουσία είναι ο ίδιος ο Θεός σαν ατελής μέσα στο χρόνο και στο χώρο και έτσι σχετικά υπάρχουν, ενεργούν και γίνονται σαν εξωτερικά μέρη με την προκαθοριστική (ηθική-εσωτερική) αρχή της αυτοτέλειας και της αυτογνωσίας. Όχι μόνο με τις αφηρημένες
σχέσεις της φυσικής, της χημείας, της αστρονομίας ή ευρύτερα των εξειδικευμένων επιστημών. σ. 241 (…)
» Ο Θεός είναι η πάντοτε προηγούμενη αρχή της ενότητας, της αμεσότητας και της συνθετότητας στις έμμεσες αλληλεπιδράσεις των υλικών φορέων. είναι η κοινή πραγματικότητα η οποία υπάρχει άμεσα – εσωτερικά και όχι εξωτερικά προσδιορισμένη.
σ. 276 (…)
» Η ανηθικότητα, η αδικία, η καταστροφή, γενικά οι αποσταθεροποιητικές συνέπειες είναι ταυτόχρονα απόδοση δικαιοσύνης και συμβάλλουν σ’ αυτή.
σ. 384 (…)
» Η πολλαπλότητα των πραγμάτων υπάρχει σχετικά και εξωτερικά με την έλλειψη, την εξάρτηση, τη
διαφορά, την αστάθεια, στη στιγμή που το κοινό σύνολό τους έχει γίνει πριν από τη δική τους στιγμή και έτσι αποτελεί την κοινή ουσία, την άμεση ή διανοητική αρχή της σχετικής ύπαρξής τους».
σ. 336