|
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΜΕ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣΠοια ήταν η κινητήρια σκέψη που ώθησε για πολλά χρόνια ένα νέο άνθρωπο να προσπαθεί να γράψει για το σύνολο των πραγμάτων με τις πιο αφηρημένες λέξεις και να επιδιώκει να εξηγήσει ένα πλήθος διαφορετικών φαινομένων με τις ίδιες αφηρημένες λέξεις και όχι με αναφορά σε συγκεκριμένα πράγματα; Τι δεν έχουν παρατηρήσει πολλοί διαβασμένοι άνθρωποι και επιστήμονες στην ανθρώπινη νόηση, που μας προσφέρει τη δυνατότητα να περιγράψουμε με συνηθισμένο λεξιλόγιο και συνολικά τα πράγματα, να σκεφτόμαστε δημιουργικά και με φαντασία, αλλά και να βρίσκουμε με λογική συνέπεια τόσες σχέσεις μεταξύ των εννοιών, ώστε να παρασυρόμαστε και να αναπτύσσουμε ολόκληρη φιλοσοφική θεωρία.
Όταν δεν κατονομάζεις κανένα ιδιαίτερο πράγμα και ψάχνεις ποια γνωρίσματα είναι τα ίδια για όλα ανεξαιρέτως τα πράγματα, αυτή η εύκολη σκέψη μπορεί να ελεγχθεί εξίσου εύκολα από την εμπειρία. Εάν ισχυριστείς ότι όλα τα πράγματα έχουν ένα κοινό γνώρισμα, τότε θα πρέπει να μην εντοπίσουμε κάποιο πράγμα που να μην έχει αυτό το γνώρισμα. Αυτή η ακραία γενίκευση, με την οποία αποδίδουμε ένα γνώρισμα σε όλα ανεξαιρέτως τα πράγματα, έχει το πλεονέκτημα, να μην χρειάζεται να προσδιορίσουμε ακριβώς τον αριθμό των πραγμάτων με το ίδιο γνώρισμα και να ξεχωρίσουμε ποια είναι τα πράγματα αυτά και ποια δεν είναι. Δεν χρειάζεται να γίνει η χρονοβόρος και δύσκολη διερεύνηση για να καθοριστούν ποια πράγματα και εάν αυτά έχουν τα γνωρίσματα που τους αποδίδουμε. Όταν λ.χ. ισχυριστούμε ότι οι πολιτικοί είναι ψεύτες, με αυτή τη γενίκευση ίσως να κάνουμε λάθος, αφού αποδίδουμε το ίδιο γνώρισμα (ότι λένε ψέματα) σε ένα αριθμό ανθρώπων που πολιτεύονται από ελάχιστες μεμονωμένες περιπτώσεις της εμπειρίας μας. Έπειτα, εάν δεν είναι όλοι οι πολιτικοί ψεύτες, δεν είναι εύκολο να υπολογίσουμε τον αριθμό τους και να ξεχωρίσουμε ποιοι είναι οι ψεύτες και ποιοι δεν είναι. Χρειάζεται να γίνει χρονοβόρος επιστημονική διερεύνηση και να ξεπεραστούν πολλές δυσκολίες και πάντα με τον κίνδυνο κάποιας ανακρίβειας στα συμπεράσματα ή μιας ανατροπής των συμπερασμάτων από τις εξελίξεις στην πραγματικότητα. Υπάρχουν γνωρίσματα ίδια για όλα ανεξαιρέτως τα πράγματα; Εάν υπάρχουν, τότε αυτό σημαίνει ότι αυτά τα γνωρίσματα θα υπάρχουν σε οποιαδήποτε εικόνα (ή ευρύτερα αντίληψη) των πραγμάτων. Αφού σε όλα τα πράγματα θα υπάρχουν τα ίδια γνωρίσματα, από αυτή τη σκέψη με τη σειρά της προκύπτει, ότι τα κοινά γνωρίσματά τους θα μπορούν να παρατηρηθούν από όλους και σε όλες τις εμπειρίες. Είναι αλήθεια, πως μερικά γνωρίσματα είναι τα ίδια για όλα τα πράγματα και πράγματι αυτή η θεωρητική διαπίστωση έχει γίνει από τα αρχαία χρόνια. Από την Ιστορία πληροφορούμαστε ότι οι άνθρωποι από τα πιο αρχαία χρόνια έκαναν σκέψεις (σωστές ή λανθασμένες) για όλο τον κόσμο και πολύ εύκολα εξέφραζαν γενική άποψη για μεγάλο αριθμό πραγμάτων, χωρίς προηγουμένως να τα έχουν ερευνήσει. Οι άνθρωποι είχαν αυτή τη δυνατότητα από την ίδια τη φύση και τη βιολογία τους, εφόσον οι ίδιες οι λέξεις που σχημάτιζαν με τη φωνή τους εξέφραζαν και μετέδιδαν συντομεύσεις (περιληπτικά γνωρίσματα) των πραγμάτων. Οι ίδιες οι λέξεις δεν είναι τα πράγματα. Φτιάχνονται και συνδέονται μεταξύ τους για να εκφράσουν τα πράγματα και αυτό δεν θα γινόταν, εάν δεν υπήρχαν ίδια και σταθερά στοιχεία στα πράγματα. Ένα επιφώνημα σε στιγμή φόβου και πόνου μεταφέρει ένα μήνυμα κινδύνου και αυτό το ίδιο μήνυμα θα λάβουν πολλοί αποδέκτες και με παρόμοιο τρόπο θα εκφραστούν (με το ίδιο επιφώνημα) επίσης εκείνοι οι αποδέκτες. Τα νοήματα που εκφράζουν οι απλές λέξεις αποτελούν μερικά κοινά γνωρίσματα τα οποία θα αναγνωρίσουν οι άλλοι άνθρωποι όταν ακούσουν τις ίδιες λέξεις.
Αυτή τη δυνατότητα να αναφερθούμε γρήγορα, σύντομα, συνοπτικά και συνολικά σε μεγάλο αριθμό πραγμάτων, με λίγες λέξεις και από παρατήρηση σε ελάχιστο αριθμό περιπτώσεων, φαίνεται πως την αντιλήφθηκαν και επιχείρησαν να την εκμεταλλευτούν θεωρητικά οι άνθρωποι εκείνοι τους οποίους ονομάσαμε "φιλόσοφους". Από τις ιστορικές μαρτυρίες πληροφορούμαστε ότι πρώτος ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) από την αρχαία πόλη Στάγειρα της Μακεδονίας ερεύνησε τη λογική και γλωσσική δυνατότητα του ανθρώπου και κατέγραψε τις παρατηρήσεις και τα συμπεράσματά του. Τα συγγράμματα του Αριστοτέλη για την ανθρώπινη σκέψη και τη λογική συγκεντρώθηκαν κατά τη Βυζαντινή περίοδο σε ένα βιβλίο με το γνωστό τίτλο "Όργανον". Ο Αριστοτέλης θεμελίωσε μία περιοχή της Επιστήμης που την αποκαλούμε "Λογική" και το θεωρητικό έργο του αργότερα στο Μεσαίωνα επηρέασε καθοριστικά τη φιλοσοφική και επιστημονική σκέψη των Αράβων και σε όλη την Ευρώπη επί πολλούς αιώνες. Οι βασικές παρατηρήσεις του Αριστοτέλη για το πως σχηματίζουμε τις σκέψεις μας και πως ξεχωρίζουμε την αλήθεια (όπως τους νόμους της λογικής, της ταυτότητας, της μη αντίφασης και το νόμο του αποκλεισμένου τρίτου) διδάσκονται μέχρι σήμερα στα σχολεία και στα Πανεπιστήμια όλου του κόσμου, σε μερικές περιπτώσεις χωρίς να το γνωρίζουν οι διδασκόμενοι και το φιλοσοφικό έργο του δεν έπαψε να αποτελεί πηγή έμπνευσης για πολλούς στοχαστές και ερευνητές της φιλοσοφίας. Ο Αριστοτέλης, λοιπόν, ήδη από την προ Χριστού εποχή, κατάφερε να ξεχωρίσει και να παραθέσει ένα μικρό αριθμό λέξεων από το πλήθος του καθημερινού λεξιλογίου, δέκα θεμελιώδεις έννοιες τις οποίες αποκαλεί ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ, οι οποίες περιλαμβάνουν τα πρώτα και τα πιο απαραίτητα γνωρίσματα που βρίσκουμε στα πράγματα και κάτω από αυτές μπορούν να υπαχθούν και να ταξινομηθούν οι υπόλοιπες έννοιες και τα πράγματα. Ένα πράγμα ΕΙΝΑΙ κάτι, με κάΠΟΙΕΣ ιδιότητες, ΕΧΕΙ, ΣΧΕΤΙΖΕΤΑΙ (ή ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ κάπου, βρίσκεται στο ΧΩΡΟ, στο ΧΡΟΝΟ, κάΠΩΣ επιδράει, κάτι ΠΑΘΑΙΝΕΙ από τη δράση των άλλων πραγμάτων και μπορεί να περιέχει μια ΠΟΣΟΤΗΤΑ. Η ΟΥΣΙΑ ή ΥΠΟΣΤΑΣΗ όπως αλλιώς μεταφράζεται είναι μία από τις θεμελιώδεις έννοιες, για την οποία αναπτύχθηκαν πολλές φιλοσοφικές θεωρίες. Δηλαδή μπορούμε να διαχωρίσουμε ένα πλήθος πραγμάτων ανάλογα με την ποιότητα, την ποσότητα, το χρόνο που υπάρχουν και το χώρο που βρίσκονται, πως και με τι συνδέονται, πως επηρεάζονται και τι προκαλούν και τα λοιπά. Πολλούς αιώνες μετά, ο Εμμανουήλ Καντ (1724-1804), στη δική του φιλοσοφική προσπάθεια να εξηγήσει την επιτυχία των μαθηματικών και την αποτυχία της μεταφυσικής, επεξεργάστηκε ξανά τις κατηγορίες του Αριστοτέλη και ισχυρίστηκε μία μεγάλη ανοησία (ακόμα και για εκείνη την εποχή) με μία από τις πιο έξυπνες και πιο κοπιαστικές φιλοσοφικές θεωρίες, που ενίσχυσαν το φιλοσοφικό ρεύμα του Αγνωστικισμού. Ισχυρίστηκε, ότι δεν γνωρίζουμε ποτέ τα πράγματα όπως αυτά είναι μόνα τους και ανεξάρτητα, αλλά μόνο όπως αυτά μας φαίνονται με τις κατηγορίες που εισαγάγει η ανθρώπινη νόησή μας. Την ανθρώπινη νόηση θεώρησε σαν κάτι αποκομμένο από τα πράγματα και τα πράγματα τελείως διαφορετικά από τα φαινόμενα. Στην ανοησία αυτή απάντησε πολύ εύστοχα μερικά χρόνια αργότερα ο σκοτεινός γερμανός φιλόσοφος Χέγκελ (1770-1831), στο φιλοσοφικό έργο του με τον τίτλο "Λογική" :
" Οι κατηγορίες αυτές, ενότητα, αίτιο, αποτέλεσμα κλπ. ανήκουν βέβαια στη νόηση. Αν από δυο γεγονότα, που αντιλαμβανόμαστε, το μεν ένα είναι το αίτιο, το δε άλλο το αποτέλεσμα, τούτο, η αιτιώδης σχέση δεν πέφτει στην αντίληψη, αλλά συλλαμβάνεται μόνον απ' τη νόηση. Από αυτό όμως δεν έπεται, πως οι κατηγορίες είναι διορισμοί μόνον δικοί μας και ότι δεν είναι και διορισμοί των αντικειμένων. Κι' όμως έτσι τους θεωρεί ο Καντ... " 80
Go to Top |