|
ΚΥΚΛΙΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ – ΠΛΗΡΕΣ & ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΟ ΣΥΜΠΑΝ
|
(ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2 από 7 ιστοσελίδες)
|
Μεταξύ των υλικών πραγμάτων
και συνδεδεμένα με τη συμπεριφορά τους υπήρχαν και άλλα γνωστά φαινόμενα
(π.χ. η ψυχή και το πνεύμα, ο μαγνητισμός και η έλξη, ο ηλεκτρισμός και
οι αστραπές, οι αόρατοι νόμοι της φύσης). Οι περισσότεροι
καθηγητές και ερευνητές τα άφηναν απαρατήρητα και ανεξήγητα, είτε γιατί τα
θεωρούσαν άσχετα από τα δικά τους ζητήματα, είτε για να μη
χρονοτριβήσουν άσκοπα, είτε για να επικεντρωθούν στην επίλυση των
δυσκολιών που προκαλούσαν τα νεότερα επιτεύγματα και για να διορθώσουν
τις τεχνικές ατέλειες. Μάλιστα, μερικά από τα φαινόμενα αυτά ήταν από τα πιο συνηθισμένα και μόνο οι “ιδιόρρυθμοι” άνθρωποι μπορούσαν να έχουν υποψίες για τα μυστικά που έκρυβαν και
έκαναν μερικές σκέψεις ανιδιοτελώς, όπως οι αρχαίοι πρόγονοι που δεν
κατανοούσαν όσα εμείς τα θεωρούμε τώρα καλά γνωστά. Ένα τέτοιο φαινόμενο, που εμπλεκόταν πιο φανερά με τον επιστημονικό χώρο της φυσικής και “χαλούσε” την επιστημονική περιγραφή των αισθητών πραγμάτων, ήταν το φως. Ένα φαινόμενο τόσο αναγνωρίσιμο και τόσο συνηθισμένο, για το οποίο σχεδόν κανένας δεν χρειαζόταν να αναρωτηθεί τι και πως είναι, όσο
και πολύτιμο, που ο άνθρωπος έφθασε να λατρέψει σαν θεό την πιο ισχυρή πηγή του, τον ήλιο. Το φως αποδείχτηκε από τα πιο δυσεξήγητα φαινόμενα και από τα πιο άμεσα συνδεδεμένα με όλο το μυστήριο της δημιουργίας του κόσμου και η έρευνα
του φαινομένου οδήγησε σε απρόσμενες και ακατανόητες ανακαλύψεις.
Η περιγραφή της συμπεριφοράς των ηλεκτρικά φορτισμένων μορίων όταν κινούνται μέσα σε μαγνητικό πεδίο ιδιαίτερα από τον Τζέημς Κλερκ Μάξγουελ (James Clerk Maxwell 1831-1879), η πρόβλεψη της ύπαρξης των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων και της σχέσης τους με το φως και οι παρατηρήσεις που άρχισαν να γίνονται από τότε για τη συμπεριφορά αυτών των κυμάτων και του φωτός σηματοδότησαν μία άλλη πορεία στην ανάπτυξη της επιστήμης της φυσικής και όλου του πολιτισμού. Οι πρώτες πειραματικές διατάξεις και οι πρώτες παρατηρήσεις που έγιναν για τη σχέση μεταξύ του ηλεκτρικού και του μαγνητικού πεδίου μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, έβαλαν για πρώτη φορά στο επίκεντρο της προσοχής όλης της ανθρωπότητας μια αόρατη πραγματικότητα, που μέχρι τότε μόνο οι θεολόγοι και οι φιλόσοφοι προσπαθούσαν να φανταστούν. Μία ακόμα απροσδόκητη διόρθωση στην αντίληψη για τη φύση και μία νέα επανάσταση στη φυσική για την περιγραφή της αλληλεπίδρασης των πραγμάτων, έφερε η ανακάλυψη του Μαξ Πλανκ (Max Planck 1858-1947) για την ασυνέχεια στη μεταβίβαση της θερμικής ενέργειας (δηλαδή τη μεταβίβαση κατά ελάχιστες ξεχωριστές ποσότητες, τα κβάντα). Χρειάστηκε να εισαγάγει τα κβάντα ενέργειας στις μαθηματικές σχέσεις, και πιο συγκεκριμένα να περιγράψει την απορρόφηση της θερμότητας σαν ροή στοιχειωδών σωματιδίων για να ερμηνευτεί και να διορθωθεί η απόκλιση στη μέτρηση της ακτινοβολίας που εκπέμπουν τα θερμά σώματα. Στο αποκορύφωμα αυτής της επαναστατικής φάσης για την πορεία όλης της επιστήμης και ιδιαίτερα για την περιγραφή της κίνησης στη φυσική ήταν βέβαια η διατύπωση των δύο θεωριών της σχετικότητας (ειδικής και γενικής) από το πιο διάσημο επιστήμονα τον Άλμπερτ Αινστάιν (Albert Einstein, 1879-1955). Ο Άλμπερτ Αινστάιν επίσης επέκτεινε την περιορισμένη παρατήρηση του Πλανκ για την απορρόφηση της θερμικής ενέργειας ανά στοιχειώδη ποσά σε όλη την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία και ερμήνευσε το φαινόμενο της εκπομπής ηλεκτρονίων από μέταλλα, όταν σε ορισμένες περιπτώσεις προσπίπτει ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία επάνω σε αυτά (φωτοηλεκτρικό φαινόμενο). Γι' αυτή την πιο συγκεκριμένη (χειροπιαστή) ανακάλυψή του βραβεύτηκε. Ιδιαίτερα σημαντική για την διόρθωση της άποψης του κόσμου και για τη δομή της ύλης ήταν η εργασία του Γάλλου φυσικού Louis de Broglie, ο οποίος εξήγησε ότι τα σωματίδια επίσης μπορούν να εμφανίζουν κυματική συμπεριφορά και ότι η κίνηση των ηλεκτρονίων μπορεί να ερμηνευτεί σαν φαινόμενο κυματικής κίνησης με τους νόμους που ρυθμίζουν την παρουσία των κυμάτων.
(...)
Έκτοτε, η ανάπτυξη της μικροφυσικής και της αστροφυσικής γίνεται ιλιγγιωδώς και με τη βοήθεια της τεχνολογίας, που με τα σύγχρονα τεχνικά μέσα επέτρεψε να γίνουν παρατηρήσεις σε πράγματα και φαινόμενα που δεν αντιλαμβανόμαστε από την καθημερινή, τοπική και συνηθισμένη εμπειρία μας και ούτε είχαμε φανταστεί ότι υπάρχουν. Η εφαρμογή και η ανάπτυξη της θεωρίας της σχετικότητας από τη μία πλευρά και η ανάπτυξη της κβαντικής φυσικής από την άλλη άκρη, άλλαξαν καθοριστικά τη γενική άποψη του ενημερωμένου ανθρώπου για τον κόσμο. Η επιστημονική εμπειρία διευρύνθηκε και επέτρεψε για πρώτη φορά στον άνθρωπο να τολμήσει να περιγράψει το Σύμπαν στη βάση της επιβεβαιωμένης γνώσης, με δυνατότητα υπολογισμών, ελέγχου, μαθηματικής επαλήθευσης και με παρατηρήσεις στα πιο απόμακρα πράγματα και στις πιο μικρές διαστάσεις.
Ο ρόλος της παραδοσιακής φιλοσοφίας για την περιγραφή του κόσμου σαν σύνολο δικαιολογημένα περιορίστηκε, όμως δεν έχασε όλα τα πλεονεκτήματά της. Η προσπάθεια να περιγραφτεί η αρχή της ύπαρξης των πραγμάτων γενικά, να ερμηνευτεί η κίνηση και να δειχτεί η σχέση της με τα πράγματα και να βρεθούν όλοι οι νόμοι που καθορίζουν τη δομή του Σύμπαντος όπως την παρατηρούμε, η προσπάθεια αυτή τώρα δεν γίνεται από ελάχιστους ανήσυχους και γραφικούς φιλόσοφους, που αρκούνται στη γενίκευση μέσα από τις προσωπικές τους παρατηρήσεις. Η προσπάθεια γίνεται μέσα στο χώρο της επιστήμης αλλά και από δημιουργικά σκεπτόμενους, οι οποίοι βασίζονται συνήθως σε όσα γίνονται γνωστά στην επιστημονική κοινότητα και δανείζονται όρους από την επιστήμη. Σήμερα, ακόμα και ο πιο ρεαλιστής άνθρωπος και ο πιο στερημένος από φαντασία, μπορεί εύκολα να φιλοσοφήσει και να εκφράσει τολμηρές σκέψεις για τις διαδικασίες της φύσης, που πριν από μερικές δεκαετίες θα δίσταζε να το κάνει.
Έχουν διατυπωθεί εκπληκτικές και πονηρές επιστημονικές θεωρίες, οι οποίες όταν παρουσιάζονται περιληπτικά και εκλαϊκευμένα θυμίζουν επιπόλαια φιλοσοφία και καθόλου επιστήμη. Τα αδιέξοδα, τα κενά και οι όποιες παράδοξες συνέπειες των σύγχρονων κοσμολογικών θεωριών κλονίζουν την αξιοπιστία τους, εκθέτουν την επιστήμη, ενώ προκαλούν ακόμα και αγανάκτηση, όταν διατυπώνουν επιπόλαιες απόψεις, που προδίδουν άγνοια και περιφρόνηση των μακραίωνων φιλοσοφικών προσπαθειών ή όταν μεταχειρίζονται έννοιες πιο ασαφείς από αυτές της παραδοσιακής φιλοσοφίας (π.χ. διάσταση, διαστολή του χρόνου, άπειρο). Όμως, από φιλοσοφική σκοπιά, παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον, προκαλούν την έμπνευση και τη φαντασία, όπως αναδεικνύουν τη μεγάλη φαντασία που διαθέτουν μερικοί πρωτοπόροι επιστήμονες.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι σύγχρονοι ερευνητές από τη δική τους ξεχωριστή προσπάθεια ή σε συνεργασία με άλλους ερευνητές και με ερευνητικές ομάδες, έχουν κάνει σκέψεις, παρατηρήσεις και υπολογισμούς που ακόμα δεν έχουν γίνει κοινά αποδεκτές, αλλά που είναι πολύ κοντά στη λύση πολλών άλυτων προβλημάτων και στη φυσική ερμηνεία, η οποία συνοψίζεται από τις φράσεις “πλήρες και ταυτόχρονο Σύμπαν, σχετικότητα της ενέργειας, δυναμικός χώρος”. Προκαλεί εντύπωση να βλέπει κανείς μέσα από τη λύση δύσκολων μαθηματικών υπολογισμών, με διαγράμματα και με καραμπόλα από τύπους της φυσικής να προκύπτουν παρόμοια παράδοξα συμπεράσματα, που μπορούν προκύψουν από τη συλλογιστική ανάλυση της έννοιας της “κίνησης”, του “χρόνου” και της “ύλης”. Η σύμπτωση αυτή έχει εξήγηση. Όπως δεν είναι τυχαία, η κοινή άποψη των μεγαλύτερων φιλοσόφων στη μακραίωνη ιστορία της φιλοσοφίας, ότι πίσω από το πλήθος των διαφορετικών πραγμάτων και φαινομένων βρίσκεται η ίδια ουσία ή δύναμη.
Η προσπάθεια να ερμηνευτεί ο κόσμος με την άπειρη πολυμορφία και την ποικιλία του από μία κοινή αρχή (μονισμός ή ενισμός, αποκαλείται) δεν γινόταν μόνο από κάποια διαίσθηση. Αλλά και η διαίσθηση των φιλοσόφων ότι το πλήθος των διαφορετικών πραγμάτων προέρχεται ή βασίζεται σε μία αρχική και κοινή δύναμη ή διέπεται από αμετάβλητους κανόνες δεν ήταν τυχαία. Η απλή λογική και η δυνατότητα να μιλήσουμε γενικά για τα πράγματα (αφού υπάρχουν ομοιότητες σε αυτά) οδηγούσαν σε συλλογισμούς με συνέπεια και σε συμπεράσματα. Με την ίδια λογική αναζητούν τώρα στη σύγχρονη κοσμολογία να βρουν πώς συνδέονται οι γνωστές θεμελιώδεις δυνάμεις της φυσικής, η βαρυτική με την ηλεκτρομαγνητική και με τη πυρηνική δύναμη. Η δυσκολία ιδιαίτερα με τη “δύναμη” της βαρύτητας στην προσπάθεια της μαθηματικής ενοποίησης των δυνάμεων, έχει προκαλέσει τη μεγάλη επιδίωξη και τη φιλοδοξία για τη διατύπωση μίας “ενιαίας θεωρίας” για την περιγραφή της δημιουργίας και της δομής του κόσμου.
*
|
Go to Top